Τρίτη 7 Ιουλίου 2015

ΓΙΑ ΝΑ ΜΗΝ ΞΕΧΝΙΟΜΑΣΤΕ

Χρίστος Γουδής
ΦΟΡΟΣ ΤΙΜΗΣ ΣΤΟΝ ΣΤΡΑΤΗΓΟ ΘΡΑΣΥΒΟΥΛΟ ΤΣΑΚΑΛΩΤΟ παππού του άρτι ορκισθέντος Υπουργού των Οικονομικών ΕΥΚΛΕΙΔΗ ΤΣΑΚΑΛΩΤΟΥ
Τάγματα Ασφαλείας
Την αξιολόγηση του ρόλου αλλά και τα αισθήματα που έτρεφε ο ελληνικός στρατός της Μέσης Ανατολής για τα Τάγματα Ασφαλείας εκφράζει ένας εκ των πλέον διακεκριμένων ηγητόρων του, ο στρατηγός Θρασύβουλος Τσακαλώτος, στο έργο του «40 χρόνια στρατιώτης της Ελλάδος»: «Δεν γνωρίζω τίνος ήτο η αρχική ιδέα της συγκροτήσεώς των. Οπωσδήποτε, δεν ήτο του αειμνήστου στρατηγού Μπάκου. Νομίζω πως ήτο των υπερόχων πατριωτών Πρωθυπουργού Ράλλη και του στρατηγού ήρωος του Τουλού Μπουνάρ Δ. Διαλέτη. Μα όποιος και αν ήτο, το όνομά του πλέον πρέπει να προφέρηται μ’ ευγνωμοσύνην και ιστορικώς, πρέπει ν’ αναφέρηται ως ευλογημένη απόφασις. Χρειάζεται πραγματικά μεγάλη ψυχική δύναμις για να αποφασίση κανείς να αντιταχθή εναντίον του δολιωτέρου εχθρού της πατρίδος του, υπό το πέλμα αδιστάκτων κατακτητών και υπό την αφόρητον καταιγίδα των αφορισμών της Εθνικής Κυβερνήσεως και του αναθέματος των αντιφρονούντων.

»Αυτός που τα συνεκρότησε και εκείνοι που ενετάχθησαν εις αυτά, έβλεπαν κατακάθαρα ότι αν δεν πολεμούσαν τον δολιώτερο από όλους τους εχθρούς – τον ισάξιο των Βουλγάρων, προς τους οποίους εζυγίσθη, κομμουνισμό – την ημέρα που οι άλλοι λαοί θα απέκτων την ελευθερίαν των, η Ελλάς θα εισήρχετο στο απαίσιο “κομμουνιστικό σκοτάδι”. Επροπηλακίσθησαν, υβρίσθησαν, αφωρίσθησαν τα μέλη των Ταγμάτων Ασφαλείας. Δεν ομιλώ διά τας κακούργους εξαιρέσεις, ομιλώ διά το σύνολον των πατριωτών, τους οποίους διοικούσαν διακεκριμένοι αξιωματικοί, όπως ο συνταγματάρχης υποδιοικητής και κατά το τέλος της διοίκησης της V Μεραρχίας Κρητών Παπαδόγγονας, ευρών, ο ήρως τούτος του εξαμήνου Αλβανικού αγώνος, τον θάνατον κατά τα “Δεκεμβριανά”, εγγύς του Σ. Διοικήσεως της Ταξιαρχίας του Ρίμινι, από σφαίραν Βουλγαροκομμουνιστών.
»Και ούτοι ηγωνίσθησαν τον δίκαιον υπέρ της ελευθερίας του (λαού) αγώνα και είναι άξιοι σεβασμού, όπως και οι άλλοι αγωνισταί των πεδίων μάχης εξωτερικού και εσωτερικού, ξηράς, θαλασσών, αέρος, γιατί έσωσαν ολόκληρες πόλεις και περιοχάς από την κομμουνιστικήν σφαγήν. Αλλά και πιο πολύ ακόμη, άνευ τούτων, οι κομμουνισταί θα είχαν επικρατήσει απ’ άκρου εις άκρον και ο αγών μετέπειτα θα ήτο σκληρότερος πολιτικώς, διότι θα παρουσιάζοντο επικρατούντες. Ο κατά μεγαλυτέρου εχθρού της Ελλάδος αγών των, ο αγών κατά του Κομμουνισμού, όστις κατά παράδοσιν, σκοπόν και εντολήν, προδίδει την πατρίδα μας, τους δίδει το δικαίωμα να μετέχωσι του δαφνίνου στεφάνου των αγωνιστών της πατρίδος και του σεβασμού και της ευγνωμοσύνης των συγχρόνων του. Τους κακουργήσαντας – όσοι υπήρξαν – τους ετιμώρησε η περιφρόνησις η δικαία και η τύψις της συνειδήσεώς των, διά τα αθώα θύματα που εδημιούργησαν.
»Ο μέλλων ιστορικός της Εθνικής Αντιστάσεως κατά την κατοχήν της πατρίδος μας, πρέπει να ερευνήση πολύ την πλευράν “Τάγματα Ασφαλείας”, να μετρήσει τους κινδύνους και τας σφαγάς εκ μέρους των κομμουνιστών, προς αντιμετώπισιν των οποίων και διά τον μοναδικόν αυτόν σκοπόν συνεκροτήθησαν τα Τάγματα Ασφαλείας, ίνα η ιστορία του είναι δικαία και αντικειμενική. Ας μη παρασυρθή ο ιστορικός από αναθέματα και αφορισμούς, διότι ούτοι είναι η φωνή της σκοπιμότητος, προκαλουμένη υπό της κομμουνιστικής προπαγάνδας. Ας ακούση, τουναντίον, την φωνήν που και ακόμη θα ακούη από τα πηγάδια και τους κρημνούς, από τας χαράδρας και από κάθε χωριό και πόλιν. Είναι η φωνή των θυμάτων του απαισίου Κομμουνισμού. Τότε και μόνον θα μπορή με κατακάθαρη σκέψι να γράψη την αλήθειαν, την Ιστορίαν επάνω εις τα απαραίτητα τότε και ευεργετικά διά το Έθνος “Τάγματα Ασφαλείας”».
Γράμμος 1948
Οι επιχειρήσεις του Εθνικού Στρατού το 1948 υπήρξαν κατά το μάλλον ή ήττον επιτυχείς, δεδομένου ότι κατά την διάρκειά τους, πέραν της πλήρους επιβολής των εθνικιστών στον αστικό ιστό της χώρας, στην οποία συνέβαλαν τα μέγιστα και τα Σώματα Ασφαλείας (Χωροφυλακή και Αστυνομία Πόλεων), κατελήφθη σταδιακά και ο Γράμμος (μετά την πτώση την 1η Αυγούστου 1948 του υψώματος-κλειδί «Κλεφτης» ύστερα από σκληρές πολυήμερες και πολυαίμακτες μάχες). Ο Γράμμος, προπύργιο των κομμουνιστών ανταρτών και κέντρο τροφοδοσίας και εφοδιασμού τους με άφθονο πολεμικό υλικό προερχόμενο από τις γειτνιάζουσες κομμουνιστικές χώρες, περιήλθε τελικά στην κατοχή του Εθνικού Στρατού την 20η Αυγούστου 1948. Την επιχείρηση στο Γράμμο έφεραν εις πέρας ο στρατηγός Στυλιανός Κιτριλάκης από τον βορρά, και κυρίως ο στρατηγός Θρασύβουλος Τσακαλώτος από τον νότο. Αμέσως μετά κατελήφθη και η Μουργκάνα, επίσης από τον στρατηγό Τσακαλώτο. Δεν κατορθώθηκε όμως να καταληφθεί το Βίτσι στο οποίο κατέφυγαν μετά από επιτυχή ελιγμό τους μέσω αλβανικού εδάφους οι αντάρτες του Μάρκου Βαφειάδη του Δημοκρατικού Στρατού, οι οποίοι μάλιστα σε αντεπίθεσή τους απείλησαν την Καστοριά, όπου όμως απεκρούσθησαν τελικά πάλι από τον Τσακαλώτο.

Πελοπόννησος 1949
Το 1949, ο Παπάγος στηρίζει τον στρατηγό Θρασύβουλο Τσακαλώτο (και τον υπ’ αυτόν υποστράτηγο Θωμά Πετζόπουλο, ανώτερο στρατιωτικό διοικητή Πελοποννήσου), σε όλες του τις ενέργειες, συμβατικές ή μη, που αποσκοπούν στο να να φέρουν εις πέρας την ήδη εξελισσόμενη στην Πελοπόννησο από τον Δεκέμβριο του ’48 επιχείρηση «Περιστερά». Η επιχείρηση στέφεται με επιτυχία ουσιαστικά από το τέλος Ιανουαρίου του 1949 με το συστηματικό «χτένισμα» της Πελοποννήσου, και τελειώνει τυπικά τον Απρίλιο του ιδίου έτους, με την πλήρη εξάλειψη των υπολειμμάτων των ανταρτικών ομάδων στην Πελοπόννησο, αλλά και την εν συνεχεία φυσική εξόντωση, λίγο αργότερα, τόσο του στρατιωτικού αρχηγού τους Στέφανου Γκιουζέλη όσο και του πολιτικού επιτρόπου τους Βαγγέλη Ρογκάκου.
Ο στρατηγός Τσακαλώτος, προ της ενάρξεως της στρατιωτικής επιχειρήσεως με μοχλό την αφιχθείσα στις 20 Δεκεμβρίου του 1948 στην βόρεια Πελοπόννησο 9η Μεραρχία του Εθνικού Στρατού, προέβη σε αιφνιδιαστική σύλληψη 4.500 κομμουνιστών και συμπαθούντων ανά την Πελοπόννησο, εκ των οποίων τους 2.500 πλέον επικίνδυνους εφόρτωσε σε αρματαγωγά και τους έστειλε αμέσως στην Μακρόνησο, πριν προλάβουν να παρέμβουν οι «κομματάρχες πασάδες». Με τον τρόπο αυτό διέλυσε το δίκτυο από τις γιάφκες πληροφόρησης του Δημοκρατικού Στρατού, ο οποίος έκτοτε «έμεινε στο σκοτάδι» αναφορικά με τις κινήσεις του Εθνικού Στρατού. Όπως αναφέρει ο ίδιος ο Τσακαλώτος, στο βιβλίο του «40 χρόνια στρατιώτης της Ελλάδος»: οι πολιτικοί παράγοντες «όταν επληροφορήθησαν ότι οι συλληφθέντες είχον ήδη μεταφερθεί εις Μακρόνησον, εξέσπασαν εις εντόνους διαμαρτυρίας, αλλά ήτο πλέον αργά, διότι ουδείς ετόλμα…να αναλάβει την ευθύνην της μεταφοράς των πάλιν εις Πελοπόννησον».
Αυτή η κίνηση του Τσακαλώτου κατά των ανταρτοκομμουνιστών («η ριζική εξόντωσις της αυτοάμυνας και των ποικίλων άλλων συνεργατών τους, δια την αφαίρεσιν του κυρίου στοιχείου της επιτυχίας τους, της πληροφορίας») ήταν ένας από τους λόγους της συντριβής του Δημοκρατικού Στρατού στην Πελοπόννησο. Ένας δεύτερος, καθαρά επιχειρησιακός λόγος, ήταν, σύμφωνα με τον Τσακαλώτο: «η νυχτερινή ενέργεια και ο αιφνιδιασμός. Κλασικό παράδειγμα εξαιρετικής απόδοσης των νυκτερινών ενεργειών και πλήρους επιτυχίας του αιφνιδιασμού αποτελεί η ολοσχερής εξόντωσις του τάγματος Τσουκόπουλου και του επιτελείου της 55ης ταξιαρχίας στον Άγιο Βασίλειο, Πάρνωνα. Ουδέποτε οι αντάρτες φαντάσθηκαν ότι εν μια νυκτί τα ΛΟΚ θα διάβαιναν τον χιονοσκεπή Πάρνωνα και θα κύκλωναν πλήρως μέχρι της 04.00 πρωϊνής (της 31ης Ιανουαρίoυ 1949) τον Άγιο Βασίλειο, όπου αμέριμνοι και άνευ σοβαρών μέτρων ασφαλείας κοιμούνταν οι αντάρτες». Με άλλα λόγια «τους έπιασε στον ύπνο». Και αφού τους ξύπνησε δεν έλεγε να τους αφήσει ήσυχους, καθότι είχε αντιληφθεί ότι: «Η συνεχής και άνευ ουδεμιάς διακοπής καταδίωξη των ανταρτών αποδείχτηκε η καλύτερη μέθοδος εξόντωσής τους, η οποία τους εξουθενώνει εκ της κοπώσεως, της πείνας και του ψύχους και τους καθιστά ωρίμους προς διάλυση και παράδοση. Οι εκάστοτε παραδιδόμενοι ή συλλαμβανόμενοι αποτελούν ανθρώπινα ράκη εκ του εφαρμοσθέντος αδιάκοπου κυνηγητού».
Γράμμος 1949
Την τελική κατάληψη του Γράμμου από τον Εθνικό Στρατό περιγράφει ως εξής ο «ελασίτης» ιστορικός Σόλων Γρηγοριάδης, στο έργο του «Ο εμφύλιος 1946-1949» το οποίο επανεκδόθηκε το 2013: «Το πρωί στις 25 Αυγούστου 1949 ο στρατηγός Τσακαλώτος εξαπέλυσε τις μεραρχίες του. Η επίθεση πήρε πανηγυρικό χαρακτήρα. Ο ίδιος ο βασιλιάς Παύλος ήρθε να την παρακολουθήσει – όπως και ο (αμερικανός στρατηγός) Βαν Φλιτ – και από την Αμμούδα με μια πυροβολαρχική διόπτρα είδε το κύμα του στρατού να καλύπτει βουνά και χαράδρες, ενώ τα αεροπλάνα “Χελντάϊβερς” χτυπούσαν ακατάπαυστα τις ανταρτικές θέσεις.
»Ύστερα βασιλιάς και ανώτατη ηγεσία κάθισαν κάτω από μια πρόχειρη στέγη από κλαδιά δέντρων και με την υπόκρουση των κανονιοβολισμών περίμεναν την εξέλιξη. Οι πυκνές αναφορές που έφταναν έδειχναν πως η αντίσταση των ανταρτών ήταν σκληρή, αλλά η 1η Μεραρχία είχε κιόλας κάνει το πρώτο ρήγμα και κατέλαβε το στρατηγικό ύψωμα Τσάρνο. Ο στρατηγός Τσακαλώτος τότε γεμάτος χαρά τσούγκρισε το ποτήρι του με τον επιτελάρχη του Θεμιστοκλή Κετσέα φωνάζοντας: “Ζήτω το έθνος”. Και στρεφόμενος στο βασιλιά: “Μεγαλειότατε, η μάχη εκρίθη. Ουσιαστικώς ο Γράμμος έπεσε…”
»Οι ανταρτικές δυνάμεις, όμως, συνέχιζαν αποφασιστικά την άμυνα. Αλλά στις 26 Αυγούστου ο Τσακαλώτος, ενώ συνέχιζε την κατά μέτωπο επίθεση, εξακόντισε την 9η Μεραρχία σε ελιγμό κατά μήκος των αλβανικών συνόρων που αιφνιδίασε τους αντάρτες. Η μεραρχία εκείνη προήλαυνε στα νώτα του Δημοκρατικού Στρατού και στις 27 Αυγούστου κατέλαβε τη διάβαση Πορτά Οσμάν, που ήταν η κύρια πύλη επικοινωνίας του Γράμμου με την Αλβανία.
»Δεν απέμενε παρά η δευτερεύουσα διάβαση Μπάρα. Και η ηγεσία των ανταρτών αντιλήφθηκε τον θανάσιμο κίνδυνο. Το πολιτικό γραφείο αποφάσισε: αποχώρηση όλου του στρατού στην Αλβανία, συνεπώς τέρμα στον πόλεμο… Μόλις που πρόλαβαν οι αντάρτες να διαφύγουν από την Μπάρα…. Τη νύχτα εκείνη, τα τμήματα της 9ης Μεραρχίας του στρατού άναψαν τεράστιες φωτιές που φωταγώγησαν τα σύνορα. Ήταν το μήνυμα ότι η εκστρατεία τερματίστηκε. Το πρωί της επομένης, 30 Αυγούστου, καταλήφθηκε η κορυφή Κάμενικ. Και οι τελευταίοι αντάρτες είχαν φύγει. Δεν υπήρχε καμιά αντίσταση. Το ηλιόλουστο τοπίο της Πίνδου φαινόταν γαλήνιο, όπως συμβαίνει όταν περνά η θύελλα. Δεν ακούγονταν παρά μεμονωμένοι πυροβολισμοί, ο βρυχηθμός των αεροπλάνων και οι εκδηλώσεις χαράς των μαχητών: τραγούδια, ζητωκραυγές, γέλια. Ο πόλεμος είχε λήξει».
Σκιαγραφία του στρατηγού Τσακαλώτου
Ενδιαφέρουσα είναι η σκιαγραφία του Τσακαλώτου από έναν «αντίπαλο εν όπλοις», τον στρατιωτικό διοικητή του 6ου Συντάγματος του ΕΛΑΣ Πειραιώς, Σωτήρη Κυβέλο, στο πόνημά του «70 Χρόνια Αγώνες», που εκδόθηκε το 1991, ο οποίος συνυπηρέτησε ως λοχαγός το 1937 υπό τις διαταγές του συνταγματάρχη, τότε, Τσακαλώτου: «Ο Τσακαλώτος ήταν συνταγματάρχης φαινόμενο. Ευγενικός, αυστηρός, σταθερός, ενεργητικός, τίμιος και δίκαιος. Είχε αποκτήσει όχι μόνο την αγάπη αλλά και την λατρεία των αξιωματικών και φαντάρων. Εγώ, που είμαι εκ φύσης στραβόξυλο και λίγο ανυπότακτος με είχε υποτάξει, με είχε σκλαβώσει και στη φωτιά έπεφτα μ’ ένα του νεύμα. Είναι μεγάλο πράγμα να ξέρεις να διοικείς. Όταν απολυόταν οι φαντάροι τους καλούσε και τους αποχαιρετούσε και αυτοί κλαίγανε από συγκίνηση. Δεν έχω κανένα λόγο να εξυμνώ τον Τσακαλώτο μ’ αυτό τον τρόπο. Αυτός είναι ένας δοξασμένος στρατηγός κι εγώ ένας αδικημένος απόστρατος. Δεν ζητάω ούτε την εύνοιά του ούτε τη βοήθειά του. Βρεθήκαμε σε αντίπαλες πολιτικές παρατάξεις παρ’ όλα αυτά όμως ο Τσακαλώτος για μένα είναι ο άσσος των άσσων του ελληνικού στρατού. Ξέρει να κερδίζει τις συμπάθειες και τις αγάπες των υφισταμένων του, που του αφοσιώνονται και τον υπακούουν. Σπάνιοι υπήρξαν τέτοιοι ηγήτορες στον ελληνικό στρατό. Αλλά εκτός απ’ όλα αυτά ο Τσακαλώτος αναλάμβανε με ζέση και παλληκαριά την υποστήριξη δίκαιων απαιτήσεων των υφισταμένων του ή τη δικαίωση αδικηθέντων».
Επιλογή από το υπό έκδοση έργο του Χρίστου Γούδη «Τοτέμ και Ταμπού της Νεώτερης Ιστορίας μας»

Δεν υπάρχουν σχόλια: