Σάββατο 25 Φεβρουαρίου 2023

Διχασμός

 

«Νοεμβριανά» και «Ανάθεμα» κατά του Βενιζέλου το 1916: Δύο μαύρες σελίδες της ελληνικής ιστορίας

Ο βομβαρδισμός της Αθήνας από τους Συμμάχους – Η συμμετοχή της Εκκλησίας στο «Ανάθεμα» – Ο εορτασμός των Θεοφανείων το 1907 στον Πειραιά και η αποθέωση του Κωσταντίνου από τον λαό


Μετά την εγκαθίδρυση της Προσωρινής Κυβέρνησης στη Θεσσαλονίκη στις 26 Σεπτεμβρίου / 9 Οκτωβρίου 1916 ο Ελευθέριος Βενιζέλος ανέλαβε τη διοίκηση των δυνάμεων της Εθνικής Άμυνας. Αρχικά τήρησε μετριοπαθή στάση απέναντι στον βασιλιά Κωσταντίνο, η οποία όμως δεν έπεισε κανέναν.



Ως το τέλος Οκτωβρίου 1916 οι εθελοντικές δυνάμεις της Εθνικής Άμυνας αποτελούνταν από 700 μόνιμους και έφεδρους αξιωματικούς και 20.000 στρατιώτες. Σταδιακά η δύναμη αυτή αυξήθηκε με στρατολόγηση ανδρών από τη Μακεδονία και τα νησιά του Αιγαίου.

Όμως ο Βενιζέλος δεν κατόρθωσε να οργανώσει μια μάχιμη δύναμη, καθώς δεν έλαβε επαρκή οικονομική και υλική βοήθεια από τους Συμμάχους.

Αλλά και στο θέμα της αναγνώρισης της Κυβέρνησης της Θεσσαλονίκης ο Βενιζέλος είχε προβλήματα, γιατί οι αντιδράσεις των δυνάμεων της Entente ήταν αρχικά ποικίλες. Η Ρωσία ήταν αντίθετη σε μια de jure αναγνώριση παρόλο που αναγνώρισε ότι ήταν αδύνατο να ληφθεί σοβαρά υπόψη από τους Συμμάχους η de facto θέση του Βενιζέλου.

Οι Δυτικοί Σύμμαχοι συμφώνησαν ότι ο Βενιζέλος θα έπρεπε να είναι ικανοποιημένος από μία de facto αναγνώριση, τουλάχιστον ως τη στιγμή που η κυβέρνησή του θα αναγνωριζόταν από ένα αντιπροσωπευτικό μέρος του λαού. Η Γαλλία και η Μεγάλη Βρετανία αποφάσισαν να στηρίξουν τον Βενιζέλο ηθικά και υλικά.

Έτσι, χορήγησαν δάνειο 10 εκατομμυρίων φράγκων για τις μη στρατιωτικές του ανάγκες και αποφασίστηκε η αποστολή διπλωματικών αποστολών των Συμμάχων στη Θεσσαλονίκη. Αντίθετα η Ιταλία που είχε σταθερά εχθρική θέση απέναντι στην Ελλάδα, ιδιαίτερα προς τον Βενιζέλο, έλαβε αμέσως αρνητική στάση απέναντι στο κίνημά του. Τα γεγονότα του Νοεμβρίου 1916 όμως άλλαξαν άρδην την κατάσταση.

Η προσωρινή κυβέρνηση της Θεσσαλονίκης διεύρυνε την επιρροή της σε μεγάλο τμήμα της Βόρειας και της νησιωτικής χώρας με τη βοήθεια των Γάλλων. Κατάλαβε την Καστοριά, τη Φλώρινα, την Κοζάνη, τη Βέροια, τα Γρεβενά, τη Λέσβο και την Μήλο. Ενώ αρχικά όμως ο Βενιζέλος διαβεβαίωνε τους ξένους ότι το κίνημά του δεν είχε αντιδυναστικό χαρακτήρα και δεν στρεφόταν εναντίον του βασιλικού οίκου και του Κωσταντίνου, τον Νοέμβριο του 1916 όμως δήλωσε ότι: «Εξεγέρθημεν εναντίον ενός ατίμου καθεστώτος, το οποίον οδηγεί το έθνος εις τον τάφον».

Έτσι προσπάθησε να διευρύνει την επιρροή του στην κεντρική και την νότια Ελλάδα. Με τη βοήθεια και την πίεση συμμαχικών πλοίων η Σύρος, η Χίος και η Λήμνος προσχώρησαν στο κίνημα Βενιζέλου.

Η κατάληψη της Σύρου έγινε με απροκάλυπτη συνδρομή Βρετανών πρακτόρων και της βρετανικής αστυνομίας, ενώ η Νάξος καταλήφθηκε ύστερα από μάχη με αρκετούς κατοίκους της!

Χαρακτηριστικό γεγονός είναι η λεγόμενη «σφαγή της Απειράνθου» στις 2 Ιανουαρίου 1917. Ανάλογα γεγονότα είχαν συμβεί και στη Χαλκιδική, τα οποία, όπως και αυτά της Νάξου, θα μας απασχολήσουν σε επόμενο άρθρο.

Στις 10 / 23 Οκτωβρίου 1923 υπογράφτηκε διμερής συμφωνία μεταξύ των κρατών της Συνεννοήσεως και της ελληνικής κυβέρνησης ανάμεσα στον Γάλλο βουλευτή Paul Benazet και τον Κωσταντίνο. Ο Benazet ήταν μυστικά εξουσιοδοτημένος από τον Γάλλο πρωθυπουργό Briand.

Με αυτή καταγραφόταν η δέσμευση των κρατών της Entente να σεβαστούν την ελληνική ουδετερότητα στον «μεγάλο πόλεμο», να μην επιτρέψουν στους Αμυνίτες να επεκτείνουν τον έλεγχό τους σε περιοχές που δεν είχαν προσχωρήσει στο κίνημά τους.

Επίσης διαβεβαίωναν ότι ο στόλος αλλά και το πολεμικό υλικό που είχε κατασχεθεί δεν θα κατέληγε στους Αμυνίτες. Έκπληκτος ο Benazet άκουσε από τον Κωνσταντίνο ότι ήταν πρόθυμος να αποσύρει όλες τις δυνάμεις του από τη Θεσσαλία, αλλά και να παραδώσει μεγάλες ποσότητες στρατιωτικού και ναυτικού πολεμικού υλικού.

Η συμφωνία αυτή όμως δεν κράτησε πολύ για δύο κυρίως λόγους: τα γεγονότα στον βορρά έδειχναν ότι ο Βενιζέλος σχεδίαζε προώθηση προς το νότο, ενώ υπήρξαν σφοδρές αντιδράσεις από στρατιωτικούς που πίεσαν τον Κωσταντίνο και τον έπεισαν να εγκαταλείψει τις συμφωνίες με τον Benazet.

Παράλληλα, η είσοδος των Αμυνιτών στην Κατερίνη θεωρήθηκε σαν το πρώτο βήμα για τη βίαιη κατάληψη περιοχών που ελέγχονταν από τον Κωνσταντίνο. Ως τα μέσα Νοεμβρίου 1916 αναπτύχθηκε υπό την αιγίδα των Μεταξά και Δούσμανη μια κίνηση κατώτερων αξιωματικών που ήταν αποφασισμένοι να μην δεχθούν την παράδοση πολεμικού υλικού.

Στις 3 / 16 Νοεμβρίου 1916 ο ναύαρχος Dartig de Fournet επέδωσε στην ελληνική κυβέρνηση διακοίνωση με βάση τη συμφωνία Κωνσταντίνου – Bezanet απαιτώντας την παράδοση μεγάλης ποσότητας πολεμικού υλικού.

Ο Κωσταντίνος και η κυβέρνηση Σπυρίδωνος Λάμπρου απέρριψαν την αξίωση του ναυάρχου και το ίδιο έγινε και μετά από τη συνεδρίαση του Συμβουλίου του Στέμματος στις 6 / 19 Νοεμβρίου 1916. Οι ανένδοτοι στρατιωτικοί μάλιστα θεωρούσαν ταπείνωση την παράδοση πολεμικού υλικού και ήταν αποφασισμένοι να πολεμήσουν. Και η κοινή γνώμη όμως είχε προετοιμαστεί ψυχολογικά προς αυτή την κατεύθυνση. Μάλιστα στα μέσα Νοεμβρίου είχαν συγκεντρωθεί στην πρωτεύουσα 20.000 άνδρες και είχαν καταλάβει στρατηγικά σημεία.

O de Fournet έκανε μία τελευταία προσπάθεια να πείσει τον Κωνσταντίνο χωρίς αποτέλεσμα. Ο βασιλιάς υποσχέθηκε πάντως ότι οι άνδρες του δεν θα άνοιγαν πρώτοι πυρ εναντίον των συμμαχικών δυνάμεων που επρόκειτο να αποβιβαστούν. Βέβαιος ο Γάλλος ναύαρχος ότι οι Έλληνες δεν θα αντιστέκονταν και θα υπέκυπταν, σε μία επίδειξη δύναμης διέταξε συμμαχική μονάδα 3.000 ανδρών να αποβιβαστεί στο Φάληρο και τον Πειραιά το πρωί της 18ης Νοεμβρίου με διαταγές να καταλάβει ορισμένες στρατηγικές θέσεις και στην περιοχή της Αθήνας.

Λεπτομέρειες για τα λεγόμενα "Νοεμβριανά" δίνει στα "Απομνημονεύματά" του ο Αλέξανδρος Μαζαράκης - Αινιάν. Οι συγκρούσεις ξεκίνησαν γύρω στις 11:00 π.μ. και φαίνεται ότι πρώτοι πυροβόλησαν τους Γάλλους οι Επίστρατοι κοντά στο Θησείο. Η συμπλοκή γενικεύτηκε. Το μεσημέρι ο Κωνσταντίνος ζήτησε μέσω του Ρώσου πρεσβευτή Ντεμιντόφ από τον Fournet που βρισκόταν στο Ζάππειο, να σταματήσει η αιματοχυσία αφού του παραδοθούν έξι πυροβολαρχίες. Ο Γάλλος ναύαρχος δέχτηκε με τον όρο να επιβεβαιώσει και η κυβέρνηση την υπόσχεσή του Κωνσταντίνου. Η μάχη διακόπηκε αλλά επαναλήφθηκε στις 4:00 μ.μ.

Το Ζάππειο όπου βρισκόταν ο Fournet και οι Γάλλοι ναύτες δέχτηκε ομοβροντία κανονιοβολισμών από το ελληνικό Πυροβολικό. Τότε ο Fournet διέταξε τον στόλο να βομβαρδίσει ορισμένα σημεία της Αθήνας. Ρίχτηκαν 60-70 οβίδες μερικές από τις οποίες έπεσαν στον κήπο των ανακτόρων ενώ ο Κωνσταντίνος συσκεπτόταν με τους πρεσβευτές. Με τη μεσολάβηση αυτών σταμάτησε το πυρ του στόλου και ο Fournet δέχτηκε την παράδοση των έξι πυροβολαρχιών. Τα μεσάνυχτα ο Γάλλος ναύαρχος και οι ναύτες του επέστρεψαν στα πλοία τους με συνοδεία Ελλήνων στρατιωτών.

Οι ελληνικές απώλειες ήταν 4 αξιωματικοί και 26 στρατιώτες νεκροί, 4 αξιωματικοί και 158 στρατιώτες τραυματίες και 60 αιχμάλωτοι. Από τους Συμμάχους, οι Γάλλοι είχαν 6 αξιωματικούς και 68 οπλίτες νεκρούς, 135 τραυματίες και 80 αιχμαλώτους. «Άγγλοι ελάχιστοι και Ιταλός ουδείς», γραφεί ο Αλέξανδρος Μαζαράκης - Αινιάν.

Στις 19 Νοεμβρίου εκδόθηκε ημερήσια διαταγή του Υπουργού των Στρατιωτικών Χατζοπούλου μετά από εντολή του βασιλιά: «η πίστις, η αυτοθυσία και το θάρρος σας έσωσαν την πατρίδα κινδυνεύουσαν εκ μέρους εχθρών, οίτινες ήλπιζαν να διαταράξουν την τάξιν και να ανατρέψουν την δυναστεία. Οι εχθροί μας οφείλουν να γνωρίζουν ότι τόσον γενναία στρατεύματα είναι αήττητα…».

Ωστόσο η «ενέδρα του Ζαππείου» όπως αποκλήθηκε από τους Γάλλους προκάλεσε την αγανάκτηση της κοινής γνώμης της ευρωπαϊκής χώρας και ήταν η αφορμή, μερίδα της να αντιτάσσεται για χρόνια στις ελληνικές διεκδικήσεις. Επίσης η Γαλλία ζήτησε και πήρε αποζημίωση για 50 νεκρούς και 77 τραυματίες. Νωρίς το πρωί στις 19 Νοεμβρίου/2 Δεκεμβρίου 1916 ξέσπασε κύμα τρομοκρατίας στην Αθήνα με στόχο τους βενιζελικούς που θεωρήθηκαν υπεύθυνοι για τον βομβαρδισμό των Συμμάχων.

Τα επεισόδια ήταν ιδιαίτερα βίαια τις δύο πρώτες μέρες. Η επιτροπή που ανέλαβε αργότερα να ερευνήσει τις μηνύσεις και τις καταγγελίες των θυμάτων της βίας επιβεβαίωσε 92 φόνους, 922 φυλακίσεις, 503 περιπτώσεις λεηλασίας, 359 περιπτώσεις μποϊκοτάζ, 66 περιπτώσεις καταστροφής περιουσίας, 31 αναστολές κυκλοφορίας εφημερίδων οι οποίες συχνά συνοδεύονταν από καταστροφή των τυπογραφείων τους και 980 απελάσεις ή βίαιες αναχωρήσεις που προκλήθηκαν από την απειλή των Επιστράτων.

Τότε επινοήθηκαν και οι πρώτες «δηλώσεις μετανοίας», που εκβιάζονταν να υπογράψουν τα θύματα αποκηρύσσοντας τον προδότη και στασιαστή Βενιζέλο. Ο δήμαρχος Αθηναίων και μέγας εθνικός ευεργέτης Εμμανουήλ Μπενάκης, ο λογοτέχνης Ιωάννης Δαμβέργης, ο ανώτερος υπάλληλος Περικλής Μαζαράκης και άλλοι υπέστησαν κακώσεις και εξευτελισμούς και φυλακίστηκαν. Τα γεγονότα της Αθήνας συγκλόνισαν τον Βενιζέλο και τους συνεργάτες του στη Θεσσαλονίκη. Ξεκίνησαν άμεσα τις συλλήψεις επιφανών οπαδών του Κωνσταντίνου ανάμεσα στους οποίους ήταν και ο γιος του Δ. Ράλλη. Παράλληλα στις 24 Νοεμβρίου η Προσωρινή Κυβέρνηση κήρυξε έκπτωτο τον Κωνσταντίνο.

ο «Ανάθεμα» κατά του Βενιζέλου

Την 1η/13η Δεκεμβρίου 1916 έγινε η "τελετή" αναθέματος κατά του Ελευθερίου Βενιζέλου στο Πεδίο του Άρεως στην Αθήνα. Πρώτος έριξε τον λίθο του Αναθέματος ο Μητροπολίτης Αθηνών Θεόκλητος, ψάλλοντας: «Κατά του Ελευθερίου Βενιζέλου συλλαμβάνοντας αρχιερείς και επιβουλευομένου βασιλείου και πατρίδα, ανάθεμα έστω».

Η δεύτερη σύζυγος του Κρητικού πολιτικού Έλενα έγραφε: «Ο Μητροπολίτης (Αθηνών) αυτοπροσώπως, ακολουθούμενος, από τον Κλήρο, πρόφερε το Ανάθεμα, εναντίον του Βενιζέλου, προδότη της πατρίδας και 60.000 Αθηναίοι παρήλασαν στον Πεδίο του Άρεως με μία πέτρα στο χέρι, που έριχναν σε μια τρύπα, η οποία σύντομα έγινε βουναλάκι. Πάνω του τοποθετήθηκε μία αναμνηστική πλάκα». Ο μεγάλος σωρός από πέτρες παρέμεινε εκεί για πολύ καιρό. Το παράδειγμα της Αθήνας μιμήθηκαν οι Επίστρατοι σε περισσότερες από εκατό πόλεις και χωριά! Υποχρέωναν μάλιστα τους «μετανοούντες» βενιζελικούς να πρωτοστατούν στον αναθεματισμό!

Στις 4 Δεκεμβρίου 1916 εκδόθηκε στην Αθήνα ένταλμα σύλληψης του Ελ. Βενιζέλου για έσχατη προδοσία, συκοφαντία και εξύβριση του Γενικού Επιτελείου Στρατού. Για τον Βενιζέλο και τους οπαδούς του το «Ανάθεμα» ήταν το πιο ασυγχώρητο ολίσθημα των εχθρών του, αλλά και η πλέον κραυγαλέα απόδειξη της οπισθοδρομικότητας και του σκοταδισμού που εκπροσωπούσαν. Διακόπτοντας τον Δ. Ράλλη στη Βουλή στις 12 Αυγούστου 1917, ο Βενιζέλος είπε ότι οι αντίπαλοί του μεταχειρίστηκαν «… κατά τον 20ο αιώνα εκκλησιαστικόν αφορισμόν χρησιμοποιούμενον κατά τον Μεσαιώνα (sic) μόνον δι’ εκκλησιαστικά παραπτώματα και του οποίου η χρήσις γίνεται μόνον κατόπιν προσκλήσεως προς αποκήρυξιν των αιρετικών δοξασιών».

Μάλιστα ο Βενιζέλος δεν ήθελε να απομακρυνθούν οι σωροί από πέτρες του Αναθέματος μετά την επικράτησή του, τον Ιούνιο του 1917. Η Πηνελόπη Δέλτα γράφει ότι ήθελε να μείνουν όχι μόνο ως μνημείο του καταντήματος των αντιπάλων του, αλλά και για «να ξέρει και να θυμάται ο κοσμάκης πως είμαι (ενν. ο Βενιζέλος) αναθεματισμένος και όμως θα είναι δική μας…». Το θεωρούσε χρήσιμο «για την ανατροφή του λαού, που πρέπει να μάθει την αξία της εκκλησιαστικής κατάρας όσο και της ευλογίας της, όταν γίνεται η Εκκλησία όργανο πολιτικών παθών».

Πάντως οι φιλοβασιλικοί μετέτρεψαν την τελετή του καθαγιασμού των υδάτων τα Θεοφάνεια του 1917 στον Πειραιά, στην ογκωδέστερη διαδήλωση που είχε γνωρίσει ως τότε η Αττική. Οι ουρές στα ταμεία του σιδηροδρόμου προς τον Πειραιά, είχαν σχηματιστεί από τα χαράματα. Πολίτες έφτασαν στο σημείο ν’ ανέβουν στις οροφές των βαγονιών των τρένων. Βάρκες, φορτηγίδες και ατμόπλοια στον Πειραιά κατακλύστηλαν από κόσμο.

Ένα μικρό ατμόπλοιο, το «Κύμα», δεν άντεξε και έγειρε προς τη μία πλευρά, με αποτέλεσμα να πέσουν στα κρύα νερά κάποιοι επιβάτες, ανάμεσά τους και τρεις κυρίες! Η άφιξη του Κωνσταντίνου προκάλεσε πανδαιμόνιο, ενώ οι ιερωμένοι έφτασαν εν πομπή με επικεφαλής τον Μητροπολίτη Θεόκλητο, ο οποίος αφού έψαλε το «Πολυχρόνιον» ανάμεσα σε ζητωκραυγές και συνθήματα είπε: «Τοιούτος Βασιλεύς δεν εκθρονίζεται. Τον αναμένει το Αυτοκρατορικόν διάδημα των Κωνσταντίνων!».

Ο αργυρός σταυρός ρίχτηκε στη θάλασσα, ενώ πάνω από το κεφάλι του Κωνσταντίνου πετούσαν τρία περιστέρια που άφησε ο Πειραιώτης καταστηματάρχης Κ. Λάγκας Σαλιπάστρας. Τα στοιχεία αυτά προέρχονται από το άρθρο του Ελ. Σκιαδά με τίτλο «Τα Θεοφάνεια του Διχασμού» στην ηλεκτρονική έκδοση της εφημερίδας «Ο ΜΙΚΡΟΣ ΡΩΜΗΟΣ».
Επίλογος

Οι εχθροί του Βενιζέλου συνέχισαν να τον θεωρούν και να τον αποκαλούν «Σατανά» και απέδωσαν τα «Νοεμβριανά», σε δική του σκευωρία. Ωστόσο τα συγκεκριμένα γεγονότα συνέβαλαν σημαντικά στην τελική του επικράτηση Επίσης, η Προσωρινή Κυβέρνηση εξασφάλισε την επίσημη αναγνώρισή της από τη Μ. Βρετανία, τη Γαλλία και τη Ρωσία (όχι όμως και από την Ιταλία). Κέρδισε επίσης το έμπρακτο ενδιαφέρον τους για την προστασία των Φιλελεύθερων πολιτών στο «κράτος της Αθήνας».

Πηγές:
«ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΕΘΝΟΥΣ», ΕΚΔΟΤΙΚΗ ΑΘΗΝΩΝ, Τ. ΙΕ
ΓΙΩΡΓΟΣ Θ. ΜΑΥΡΟΓΟΡΔΑΤΟΣ, «1915 Ο ΕΘΝΙΚΟΣ ΔΙΧΑΣΜΟΣ», 15η ΕΚΔΟΣΗ, ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΠΑΤΑΚΗ, 2015
Δρ. Ιωάννης Σ. Παπαφλωράτος, «Η ιστορία του Ελληνικού Στρατού (1833-1949)», ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΣΑΚΚΟΥΛΑ, 2014
ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΜΑΖΑΡΑΚΗΣ – ΑΙΝΙΑΝ, «ΑΠΟΜΝΗΜΟΝΕΥΜΑΤΑ (1897-1943)», Εκδόσεις Λαβύρινθος 2022
Ευχαριστούμε θερμά τις «Εκδόσεις Λαβύρινθος» για την πολύτιμη βοήθειά τους.

Δεν υπάρχουν σχόλια: