Πέμπτη 29 Μαρτίου 2012

Ελληνική Ιστορία, εμφύλιος 4.

Τα Δεκεμβριανά

Η ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΑΝΤΑΡΣΙΑΣ: ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΣ 1944


    Μέχρι τα τέλη του 1944, ήταν προφανές ότι οι Γερμανοί θα αποχωρούσαν σύντομα από την Ελλάδα, επειδή οι ένοπλες δυνάμεις της Σοβιετικής Ένωσης προήλαυναν στη Ρουμανία και τη Γιουγκοσλαβία και οι Γερμανοί διακινδύνευαν να αποκοπούν. Η εξόριστη κυβέρνηση της οποίας ηγέτης ήταν ένας πολύ γνωστός κεντρώος, ο Γεώργιος Παπανδρέου, μετακινήθηκε στην Caserta στην Ιταλία, προετοιμαζόμενη για την απελευθέρωση της Ελλάδας. Στο πλαίσιο της συμφωνίας της Caserta τον Σεπτεμβρίου του 1944, όλες οι δυνάμεις αντίστασης στην Ελλάδα τοποθετήθηκαν κάτω από τις διαταγές του βρετανού στρατηγού, Ronald Scobie.

    Οι Γερμανοί ήταν σε πλήρη υποχώρηση. Τα βρετανικά στρατεύματα ήρθαν στην Ελλάδα τον Οκτώβριο. Τα βρετανικά στρατεύματα ήταν ελάχιστα και φυσικά ο αριθμός τους ήταν αμελητέος σε σχέση με τον Ε.Λ.Α.Σ., ο οποίος είχε πλέον περισσότερους από 50.000 μαχητές και επανεξοπλιζόταν από τις προμήθειες που αφέθηκαν πίσω από τους Γερμανούς. Οι δυνάμεις του Ε.Λ.Α.Σ. κατηγορούνται ότι δεν έριξαν ούτε μία σφαίρα ενάντια στους υποχωρούντες Γερμανούς, επειδή θέλησαν να κρατήσουν τις δυνάμεις τους άθικτες, προκειμένου να καταλάβουν την εξουσία. Ταυτόχρονα, οι δυνάμεις της αριστεράς εξαπέλυσαν μία άνευ προηγουμένου τρομοκρατία σε ολόκληρη τη χώρα, εις βάρος όσων θεωρούνταν «δεξιοί» και όσων θεωρούσαν ότι θα αντιστεκόταν στην βίαια προσπάθεια τους να καταλάβουν την εξουσία. Οι προεξέχοντες πολίτες καθημερινά απαγάγονταν και εκτελούνταν από την Ο.Π.Λ.Α. (Οργάνωση Προστασίας Λαϊκών Αγωνιστών). Στην Ελληνική Μακεδονία, τα μέλη της σλαβομακεδονικής οργάνωσης S.N.O.F., που ζητούσε μία ανεξάρτητη και όχι Ελληνική Μακεδονία, σε συνεργασία με τον Ε.Λ.Α.Σ. εκτελούσαν τους επιζώντες Μακεδονομάχους και τις οικογένειες τους. Αρκούσε μία καταγγελία ότι μίλησες εναντίον του Κ.Κ.Ε. για να βρεθεί το πτώμα σου την επομένη σε κάποιο χαντάκι. Οι βιασμοί έγιναν ένα ακόμη μέσο ταξικής πάλης, και η επαφή με οποιαδήποτε οργάνωση, εκτός από αυτές που ελεγχόταν από το Κ.Κ.Ε., έγινε αδίκημα που επέφερε την ποινή του θανάτου.
    Στις 13 Οκτωβρίου, τα βρετανικά στρατεύματα μπήκαν στην Αθήνα και, ο Παπανδρέου και οι υπουργοί του ακολούθησαν μερικές ημέρες αργότερα. Ο βασιλιάς έμεινε στο Κάιρο, επειδή ο Παπανδρέου είχε υποσχεθεί ότι το μέλλον της μοναρχίας θα αποφασιζόταν από το δημοψήφισμα. Στο σημείο αυτό σχεδόν τίποτε δεν μπορούσε να αποτρέψει το Κ.Κ.Ε. από την κατάληψη της εξουσίας. Ευτυχώς η ηγεσία του KKE υπάκουσε στις οδηγίες του Στάλιν να μην επιδεινώσει μια κρίση που θα μπορούσε να βάλει σε κίνδυνο την ενότητα των Συμμάχων και κυρίως τους μεγαλύτερους μεταπολεμικούς στόχους του Στάλιν, όπως ο έλεγχος της Γερμανίας. Ο Στάλιν είχε συμφωνήσει με τον  Winston Churchill ότι η Ελλάδα θα ήταν στη βρετανική σφαίρα της επιρροής μετά από τον πόλεμο. Η ηγεσία KKE το ήξερε αυτό, αλλά οι απλοί οπαδοί όχι. Αυτό έγινε αργότερα μια πηγή σύγκρουσης μέσα στο EAM και  τον Ε.Λ.Α.Σ..
    Αρχικά με τις οδηγίες του Στάλιν, η ηγεσία του KKE προσπάθησε να αποφύγει μια κατά μέτωπο αντιπαράθεση με την κυβέρνηση Παπανδρέου. Τα ανώτερα στελέχη του Κ.Κ.Ε. όπως ο Ανδρέας Tζίμας ή ο Άρης Βελουχιώτης, δεν εμπιστευόταν τους Βρετανούς. Ο Tζίμας, που είχε επαφές με το γιουγκοσλάβο κομμουνιστή ηγέτη Tito, διαφώνησε με τη συνεργασία του Ε.Λ.Α.Σ. με τις βρετανικές δυνάμεις. Οι οργανώσεις αντίστασης ήταν αιτία τριβής μεταξύ της κυβέρνησης Παπανδρέου και των μελών του EAM. Ο Παπανδρέου απαίτησε τον αφοπλισμό όλων των οπλισμένων δυνάμεων, ενώ το EAM, που θεώρησε ότι θα έχανε την μοναδική ευκαιρία να πάρει την εξουσία, υπέβαλε ένα απαράδεκτο εναλλακτικό σχέδιο και μόλις ο Παπανδρέου το απέρριψε, οι υπουργοί του EAM  παραιτήθηκαν από την κυβέρνηση.
    Την 1η Δεκεμβρίου, ο στρατηγός Scobie εξέδωσε μια διαταγή για την διάλυση του Ε.Λ.Α.Σ. Ο Σιάντος ήταν από τους ηγέτες του Κομμουνιστικού Κόμματος που αποφάσισε ότι η απαίτηση για τη διάλυση Ε.Λ.Α.Σ. δεν έπρεπε να γίνει δεκτή. Πιθανόν η επιρροή του Τίτο μπορεί να είχε διαδραματίσει κάποιο ρόλο στην απόφαση αυτή. Ο Τίτο ήταν φαινομενικώς πιστός στο Στάλιν αλλά είχε έρθει στην εξουσία μέσω των δικών του δυνάμεων και θεωρούσε ότι και οι Έλληνες πρέπει να κάνουν το ίδιο πράγμα. Η επιρροή του, εντούτοις, δεν είχε αποτρέψει την ηγεσία του EAM από να βάλει τις δυνάμεις της κάτω από τις διαταγές του στρατηγού Scobie μερικούς μήνες νωρίτερα.
    Στις 3 Δεκεμβρίου, μετά από κάποιους πυροβολισμούς σε μια διαδήλωση επίδειξης δύναμης του EAM στο κέντρο της Αθήνας, άρχισε η πραγματική πάλη μεταξύ του Ε.Λ.Α.Σ. και των στρατευμάτων της Ελληνικής κυβέρνησης. Ο  Ε.Λ.Α.Σ. είχε περισσότερους από 12.000 μαχητές στην Αθήνα, ενώ η κυβέρνηση είχε μόνο περίπου 1000 αστυνομικούς, την οργάνωση Χ (περίπου 200 μαχητές) και την πιστή ορεινή ταξιαρχία η οποία δεν είχε τον βαρύ οπλισμό της (δεν είχε μεταφερθεί ακόμη από την Ιταλία). Στην αρχή της μάχης οι Βρετανοί προσπάθησαν να παραμείνουν ουδέτεροι. Μέχρι τις 12 Δεκεμβρίου ο Ε.Λ.Α.Σ. ήλεγχε το μεγαλύτερο μέρος της Αθήνας και του Πειραιά. Κατά τη διάρκεια της μάχης πολλοί Γερμανοί και Ιταλοί αιχμάλωτοι πολέμου βοήθησαν τον  Ε.Λ.Α.Σ. προκειμένου να σώσουν τις ζωές τους.
    Η πάλη συνεχίστηκε μέχρι τα μέσα του Δεκεμβρίου, με τη νόμιμη κυβέρνηση να παίρνει αργά το πάνω χέρι. Περιέργως, οι δυνάμεις του Ε.Λ.Α.Σ. στην υπόλοιπη Ελλάδα, δεν επιτέθηκαν στους Βρετανούς (δεν υπήρχαν κυβερνητικές δυνάμεις αλλού στην Ελλάδα παρά μόνο στην Αθήνα). Η μάχη έγινε μόνο στην Αθήνα, ενώ σε άλλες περιπτώσεις όπως στην Θεσσαλονίκη, δεν υπήρξε αντιπαράθεση μεταξύ Βρετανών και Ε.Λ.Α.Σ. Σε μια περίπτωση στον Βόλο μονάδες της R.A.F. έδωσαν προμήθειες και πολεμικό υλικό στον Ε.Λ.Α.Σ.. Είναι προφανές ότι ο Ε.Λ.Α.Σ. θεωρούσε ως απειλή μόνο τις κυβερνητικές ελληνικές δυνάμεις και όχι τους Βρετανούς. Οι κομμουνιστές λένε ότι αυτό είναι απόδειξη ότι δεν είχαν σχέδιο για ένα πραγματικό χτύπημα, αλλά σύρθηκε στην πάλη από την αγανάκτηση των μαχητών του. Από την άλλη πλευρά, είναι απλά ένδειξη της υπερεκτίμησης των δυνάμεων τους. Οι οργανωμένες απαγωγές χιλιάδων κατοίκων της Αθήνας, οι οποίοι υποχρεώθηκαν να ακολουθήσουν τις υποχωρούσες δυνάμεις του Ε.Λ.Α.Σ. και από τους οποίους ελάχιστοι επέστρεψαν στα σπίτια τους, δείχνουν ότι υπήρχε σχέδιο, απλά υποτιμήθηκε η αποφασιστικότητα του Αγγλικού παράγοντα και η μαχητική αξία των κυβερνητικών δυνάμεων.
    Το ξέσπασμα μαχών ανάμεσα σε βρετανικά στρατεύματα και σε μια αντιστασιακή οργάνωση, ενώ ο πόλεμος διεξαγόταν ακόμα, ήταν ένα σοβαρό πολιτικό πρόβλημα για την κυβέρνηση συνασπισμού του Churchill, και προκάλεσε πολλές διαμαρτυρίες στο βρετανικό και αμερικανικό Τύπο και τη Βουλή των Κοινοτήτων. Ο Αγγλοσαξονικός τύπος κατά το διάστημα αυτό ήταν ιδιαίτερα φιλικός με όλες τις αντιστασιακές οργανώσεις, η Σοβιετική Ένωση δεν ήταν ακόμη εχθρική δύναμη, ενώ αντίθετα οι συντηρητικοί κύκλοι σε όλη την Ευρώπη θεωρούντο ως φιλογερμανικοί. Για να αποδείξει την πρόθεσή του για ειρήνη ο Churchill, έφθασε στην Αθήνα στις 24 Δεκεμβρίου και προήδρευσε σε μια διάσκεψη, στην οποία συμμετείχαν και οι σοβιετικοί αντιπρόσωποι. Απέτυχε επειδή οι απαιτήσεις του EAM ήταν υπερβολικές και απορρίφθηκαν.
Συμπλήρωση Στοιχείων:
Ο όρος Δεκεμβριανά αναφέρεται σε μία σειρά ένοπλων συγκρούσεων που έλαβαν χώρα στην Αθήνα το Δεκέμβριο 1944 – Ιανουάριο 1945, ανάμεσα στις δυνάμεις αριστερών οργανώσεων (ΕΑΜ-ΕΛΑΣ-ΚΚΕ) και τις Βρετανικές και Κυβερνητικές δυνάμεις που ανήκαν στο υπόλοιπο πολιτικό φάσμα, από την σοσιαλδημοκρατία (όπως ο πρωθυπουργός Γεώργιος Παπανδρέου ηγέτης του «Δημοκρατικού Σοσιαλιστικού Κόμματος») έως τα τάγματα ασφαλείας. Η έναρξή τους, στις 3 Δεκεμβρίου του 1944, σηματοδοτείται από τους πυροβολισμούς των Κυβερνητικών και Αγγλικών δυνάμεων μπροστά στο μνημείο του άγνωστου στρατιώτη ενάντια στη διαδήλωση του ΕΑΜ που είχε οργανωθεί ως απάντηση στο τελεσίγραφο του Άγγλου στρατηγού Σκόμπι για το μονομερή αφοπλισμό των αριστερών αντάρτικων ομάδων, με αποτέλεσμα το θάνατο 28 διαδηλωτών και τον τραυματισμό άλλων 148. Πάντως ο Βρετανός Γούντχαουζ αναφέρει οτι δεν είναι σαφές αν άνοιξε πύρ πρώτα η αστυνομία, οι διαδηλωτές ή οι Βρετανοί[1]. Η βαθύτερη αιτία ήταν η διαμάχη ανάμεσα στις δυνάμεις που διεκδικούσαν την εξουσία της μεταπολεμικής Ελλάδας: Από τη μια το ΕΑΜ, το οποίο ελεγχόταν από το ΚΚΕ αλλά είχε ευρύτερη απήχηση, ιδιαίτερα στα λαϊκά στρώματα και τις τάξεις των διανοουμένων. Το ΕΑΜ, που είχε καταστεί ισχυρότατος πολιτικός και στρατιωτικός μηχανισμός όντας η σημαντικότερη αντιστασιακή δύναμη στην κατεχόμενη Ελλάδα, είχε σε πολλές περιοχές της χώρας de facto την εξουσία στα χέρια του μετά το τέλος του πολέμου και ήθελε να αποτρέψει την επάνοδο του βασιλιά καθώς και την τυχόν ανασύσταση δικτατορικού καθεστώτος όπως αυτό της μεταξικής περιόδου. Από την άλλη πλευρά είχαν συνασπιστεί το σύνολο των αντικομμουνιστικών ένοπλων δυνάμεων, φιλελεύθεροι και φιλοβασιλικοί που, με την υποστήριξη των Άγγλων, επιζητούσαν να αποτρέψουν την ένταξη της Ελλάδος στο κομμουνιστικό μπλόκ. Ωστόσο, οι προθέσεις που καταλόγιζε κάθε πλευρά στην αντίπαλη μέσα στο κλίμα της πόλωσης απείχαν από τις πραγματικές προθέσεις.

Ιστορικό

Αμέσως μετά την απελευθέρωση της Ελλάδας από τους Γερμανούς κατακτητές, η κυβέρνηση εθνικής ενότητας του Γεωργίου Παπανδρέου ανέλαβε το δύσκολο έργο της ανόρθωσης της χώρας. Ταυτόχρονα είχε τεθεί αφ’ ενός μεν το ζήτημα της τιμωρίας των συνεργατών του κατακτητή, αφ’ ετέρου δε η μεθόδευση του αφοπλισμού των ανταρτών.
Το σημείο που τελικά έφερε σε διχασμό την κυβέρνηση ήταν το ζήτημα του αφοπλισμού των αντάρτικων ομάδων. Πιο συγκεκριμένα, έντονες αντιδράσεις προκάλεσε το τελεσίγραφο του στρατηγού Σκόμπι (Άγγλος Διοικητής των συμμαχικών δυνάμεων στην Ελλάδα) την 1η Δεκεμβρίου για γενικό αφοπλισμό μέχρι τις 10 Δεκεμβρίου, από τον οποίο όμως θα εξαιρούνταν η Τρίτη Ελληνική Ορεινή Ταξιαρχία και ο Ιερός Λόχος με το σκεπτικό ότι ήταν το μόνο εν λειτουργία τμήμα του τακτικού Ελληνικού Στρατού, το οποίο πολέμησε σε Βόρειο Αφρική και Ιταλία.[εκκρεμεί παραπομπή]
Ως αντίδραση, οι υπουργοί που ανήκαν στο ΕΑΜ παραιτήθηκαν στις 2 Δεκεμβρίου του 1944, ενώ το Ε.Α.Μ. κάλεσε σε συγκέντρωση διαμαρτυρίας στις 3 Δεκεμβρίου 1944 στην πλατεία Συντάγματος. Η διαδήλωση είχε μεγάλη συμμετοχή, πνίγηκε όμως στο αίμα όταν οι Κυβερνητικές και Βρετανικές δυνάμεις που βρίσκονταν ακροβολισμένες στα γύρω κτήρια άρχισαν να πυροβολούν αδιακρίτως προς το πλήθος[2]. Συνολικά, 28 άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους (οι 21 στο Σύνταγμα) και 148 τραυματίστηκαν[3].
Την επόμενη μέρα, στις 4 Δεκεμβρίου, οργανώθηκε γενική απεργία. Διοργανώθηκε νέα πορεία από το ΕΑΜ, στην οποία κεντρικό σύνθημα ήταν «Όταν ο λαός βρίσκεται μπροστά στον κίνδυνο της τυραννίας διαλέγει ή τις αλυσίδες ή τα όπλα». Η πορεία αυτή χτυπήθηκε ξανά με πυροβολισμούς, στους οποίους απάντησαν τμήματα του εφεδρικού ΕΛΑΣ που την συνόδευαν. Η πόλη της Αθήνας μετατράπηκε σε πεδίο μάχης, ανάμεσα σε μονάδες του ΕΛΑΣ και του ΕΑΜ και στις κυβερνητικές δυνάμεις, ενώ το ίδιο απόγευμα ο στρατηγός Σκόμπι κηρύσσει στρατιωτικό νόμο χωρίς να συμβουλευτεί κανέναν στην κυβέρνηση. Ανάμεσα στις δυνάμεις της κυβέρνησης Παπανδρέου περιλαμβάνονταν άνδρες της χωροφυλακής, η νεοσύστατη Εθνοφυλακή, η ορεινή ταξιαρχία Ρίμινι υπό τον Θρασύβουλο Τσακαλώτο, ο Ιερός Λόχος, μαθητές της σχολής Ευελπίδων, μέλη των πρώην Ταγμάτων Ασφαλείας, ενώ υποστηρίζονταν από βρετανικές μηχανοκίνητες δυνάμεις. Συμμετείχαν επίσης οι μη εαμικές αντιστασιακές οργανώσεις όπως η ΠΕΑΝ, η Ιερή Ταξιαρχία, η ΡΑΝ, η φοιτητική ΕΣΑΣ, η Εθνική Δράση, ο ΕΔΕΣ Αθηνών, η φιλοβασιλική Χ και άλλες μικρότερες ομάδες.Σημειώνεται ότι οι απόψεις σχετικά με τη στάση των Βρετανών κατά τη διάρκεια των Δεκεμβριανών διίστανται. Ο συγγραφέας Γ. Μαργαρίτης στο βιβλίο του για την περίοδο του Εμφυλίου πολέμου αναφέρει ότι οι Βρετανοί μάλλον παρακολουθούσαν παρά συμμετείχαν ενεργά στις μάχες και αυτό γιατί δεν ήθελαν να έχουν απώλειες. Αυτό όμως δεν μπορεί να ισχύει για την αεροπορία δεδομένου ότι ο ΕΛΑΣ δεν διέθετε αντιαεροπορικό οπλισμό. Από την άλλη, αρκετοί θεωρούν δεδομένο ότι οι βρετανικές δυνάμεις παρενέβαιναν συστηματικά στις εξελίξεις, καθώς είχαν πολιτικές βλέψεις. Προς αυτή την κατεύθυνση αναφέρεται και η επίσκεψη του τότε Βρετανού πρωθυπουργού Ουίνστον Τσώρτσιλ στην Ελλάδα, στις 24 Δεκεμβρίου 1944. Σημαντικές όμως πληροφορίες για τη στάση των Άγγλων αντλούμε και από το τηλεγράφημα του Τσώρτσιλ στον στρατηγό Σκόμπι την 5η Δεκεμβρίου, όπου αναφέρει: «Είσθε υπεύθυνος για την τήρηση της τάξεως στην Αθήνα και πρέπει να εξουδετερώσετε ή να συντρίψετε όλες τις ομάδες του ΕΑΜ – ΕΛΑΣ, που θα πλησιάσουν προς την πόλη [...] Μη διστάζετε, πάντως, να ενεργείτε σαν να βρίσκεστε σε κατεχόμενη πόλη, όπου έχει ξεσπάσει τοπική εξέγερση [...] Πρέπει να κρατήσωμεν τας Αθήνας και να επιβληθώμεν. Εάν τούτο το επιτύχετε χωρίς αιματοχυσίαν, θα είναι κατόρθωμα διά σας, αλλά και με αιματοχυσίαν θα είναι επίσης κατόρθωμα, εάν αυτή είναι απαραίτητος.» [4], [5]
Η στρατιωτικά παράδοξη «μάχη της Αθήνας» ήταν χαώδης και κατά βάση εξελισσόταν σε πολλές παράλληλες μάχες, σχεδόν σε όλη την περιοχή της πρωτεύουσας. Τελικά, στις 6 Ιανουαρίου του 1945 οι δυνάμεις του ΕΑΜικού μετώπου αναγκάστηκαν να εκκενώσουν τον Πειραιά και την Αθήνα. Πέντε μέρες αργότερα, στις 11 Ιανουαρίου, δόθηκε τέρμα στις μάχες, μετά από συμφωνία του Ε.Α.Μ. με τον στρατηγό Σκόμπυ. Μετά την ήττα του το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ αποχώρησε από την Αθήνα, μαζί με χιλιάδες υποστηρικτές του, που κατ’ άλλους – όπως κατά τον τότε νέο ΕΛΑΣίτη Ριχάρδο Σωμερίτη – ήταν όμηροι. Επίσης, κατά την διάρκεια των Δεκεμβριανών έδρασε η οργάνωση του ΚΚΕ ΟΠΛΑ, μέλη της οποίας δολοφόνησαν (σε μερικές περιπτώσεις με ιδιαίτερα βάναυσο τρόπο) μεγάλο αριθμό αντιφρονούντων, μεταξύ των οποίων και πολλούς τροτσκιστές, όπως περιγράφει ο τροτσκιστής Στίνας στο βιβλίο του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ-ΟΠΛΑ (για παράδειγμα ο Κορνήλιος Καστοριάδης έφυγε στη Γαλλία κατά τη διάρκεια των Δεκεμβριανών) [6], αλλά και άλλους πολιτικούς και ιδεολογικούς αντιπάλους (αστυνομικούς, αξιωματικούς, πολιτικούς, ιερείς κ.α.), ενώ και η ηθοποιός Ελένη Παπαδάκη ήταν επίσης ανάμεσα στα θύματα των Δεκεμβριανών. Τα γεγονότα του Δεκέμβρη του ’44 στην Αθήνα θεωρούνται η δεύτερη φάση του Ελληνικού Εμφυλίου (ο «δεύτερος γύρος» κατά τη μεταπολεμική οπτική) και οδήγησαν στην τρίτη φάση («τρίτο γύρο»), που τερματίστηκε το 1949 με την (στρατιωτική) ήττα του Κ.Κ.Ε. Η σύγκρουση των Δεκεμβριανών, καθώς και οι περιπτώσεις ακραίας βίας, όχι μόνο κατά «δοσίλογων», αλλά κατά υποστηρικτών της κυβέρνησης και του αστικού καθεστώτος, αύξησε το αντικομμουνιστικό μένος της αντίπαλης πλευράς και έκανε πολλή δύσκολη την προοπτική της άμβλυνσης των παθών.
Στην αντικομμουνιστική ιδεολογία προστέθηκε για πρώτη φορά εκείνη την εποχή το παράδειγμα (προς αποφυγή, κατά τους αντικομμουνιστές) της Σοβιετικής Ένωσης. Η πλήρης απαξίωση του έργου των μπολσεβίκων στην ΕΣΣΔ και η προσωπική επίθεση κατά του Στάλιν είναι σημεία τις Ιστορίας που ακόμα και σήμερα, 60 χρόνια μετά, αμφισβητούνται από πολλούς. Ήταν η πρώτη φορά που οι «σύμμαχοι» διαχώριζαν ανοιχτά την θέση τους από τους Σοβιετικούς, τον μπολσεβικισμό και τον σοσιαλισμό, γεγονός που προανήγγειλε την περίοδο του «Ψυχρού Πολέμου».

Αναφορές

  1. C.M. Woodhouse, Modern Greece, Faber and Faber, 1991, p. 253.
  2. Κατάθεση του «Χίτη» Ν. Φαρμάκη στο Ρεπορτάζ Χωρίς Σύνορα, στι1 1/5/2006, http://greekbox.blogspot.com/2009/10/dekemvriana-papandreou-georgios.html
  3. http://wwk.kathimerini.gr/kath/7days/1994/12/04121994.pdf
  4. Γασπαρινάτος 1, σελ. 293-294)
  5. Γ. Ανδρικόπουλου: «1944 Κρίσιμη Χρονιά», εκδόσεις «Διογένης», τόμος Β`, σελ. 257, http://www1.rizospastis.gr/wwwengine/story.do?id=1532673
  6. Στίνας, Άγις. «ΕΑΜ-ΕΛΑΣ-ΟΠΛΑ», Διεθνής Βιβλιοθήκη, Αθήνα 1984 [1]



     Μέχρι τις αρχές Ιανουαρίου ο  Ε.Λ.Α.Σ. υποχώρησε από την Αθήνα. Η ήττα του Κομμουνιστικού Κόμματος το 1945 ήταν επίσης πολιτική. Η άγρια κομμουνιστική τρομοκρατία κατά τη διάρκεια των Δεκεμβριανών, έδειξε το αληθινό πρόσωπο της αριστεράς στους πιο μετριοπαθείς και στέρησε το ΕΑΜ από πολλούς οπαδούς. Το κυνήγι «των συνεργατών του κατακτητή» επεκτάθηκε σε άσχετους πολίτες και μετατράπηκε σε «κυνήγι μαγισσών». Το Κομμουνιστικό Κόμμα έκανε πολλούς εχθρούς, με τις συνοπτικές εκτελέσεις περισσότερων από 8.000 ανθρώπων για διάφορα πολιτικά «εγκλήματα» κατά τη διάρκεια της περιόδου που έλεγχε την Αθήνα, άλλοι περίπου 20.000 όμηροι αναγκάστηκαν να ακολουθήσουν τις υποχωρούσες δυνάμεις του Ε.Λ.Α.Σ. ανάμεσα σε χιονοθύελλα, φορώντας μόνο ότι φορούσαν κατά την στιγμή της σύλληψης τους, συνήθως πιτζάμες και χωρίς παπούτσια. Οι περισσότεροι από αυτούς, οι οποίοι ήταν κυρίως γυναικόπαιδα και υπερήλικες, πέθαναν. Ταυτόχρονα με την αποχώρηση των δυνάμεων του Ε.Λ.Α.Σ. οι οπαδοί της συντηρητικής παράταξης, σε ορισμένες περιπτώσεις πήραν τον νόμο στα χέρια τους, εκδικούμενοι κάποια στελέχη της αριστεράς που είχαν διαπράξει εγκλήματα. Όλα τα παραπάνω κατέστησαν μια πολιτική τακτοποίηση ακόμα δυσκολότερη.
    Ο Παπανδρέου παραιτήθηκε και αντικαταστάθηκε από τον επίσης κεντρώο (αλλά αντικομουνιστή) Νικόλαο Πλαστήρα. Στις 15 Ιανουαρίου ο στρατηγός Scobie συμφώνησε σε εκεχειρία, με τον όρο να φύγουν οι δυνάμεις του Ε.Λ.Α.Σ. από την Πάτρα και την Θεσσαλονίκη.
    Τον Φεβρουάριο όλα τα πολιτικά κόμματα συνήλθαν στην Βάρκιζα με την υποστήριξη όλων των συμμάχων. Εκεί συμφωνήθηκε η διάλυση  του Ε.Λ.Α.Σ. και όλων των παραστρατιωτικών οργανώσεων, αμνηστία για όλα τα πολιτικά αδικήματα, δημοψήφισμα για το θέμα της μοναρχίας και εκλογές το συντομότερο δυνατόν. Το KKE παρέμεινε νόμιμο κόμμα και ο ηγέτης του Ν.Ζαχαριάδης, που είχε μόλις επιστρέψει από την Γερμανία διακύρηξε ότι στόχος παρέμενε η «λαϊκή δημοκρατία» αλλά με ειρηνικά μέσα.

Συμπλήρωση Στοιχείων:
Η συμφωνία της Βάρκιζας υπογράφτηκε στις 12 Φεβρουαρίου 1945 από την κυβέρνηση Πλαστήρα και το Εθνικό Απελευθερωτικό Μέτωπο. Η συνθήκη προέβλεπε:
  • Δημιουργία των απαραίτητων συνθηκών για τη διεξαγωγή εκλογών και δημοψηφίσματος, που θα έκρινε την τύχη της μοναρχίας στην Ελλάδα.
  • Διάλυση των ανταρτικών οργανώσεων.
  • Παράδοση των όπλων του ΕΛΑΣ μέσα σε δύο εβδομάδες.
  • Παραχώρηση αμνηστίας στους στρατιώτες του Ε.Λ.Α.Σ.
Τα αποτελέσματα της Συμφωνίας της Βάρκιζας ήταν:
  • Η παράδοση μεγάλου τμήματος του οπλισμού του Ε.Λ.Α.Σ. (επίσης μεγάλο όμως μέρος παρέμεινε τελικά κρυμμένο).
  • Μερικές μονάδες του ΕΛΑΣ, όπως και ο ηγέτης του Άρης Βελουχιώτης αρνήθηκαν να δεχτούν τη Συμφωνία και κατέφυγαν και πάλι στα βουνά. Το Κ.Κ.Ε. τους αποκήρυξε αμέσως.
  • Τερματισμός της πρώτης φάσης του εμφυλίου πολέμου.
Ωστόσο, η Συμφωνία της Βάρκιζας περιείχε ουσιαστικές αδυναμίες και νομικά κενά, τα οποία σε συνδυασμό με την έλλειψη συνεννόησης ανάμεσα στις δύο πλευρές, τελικά οδήγησαν στην ουσιαστική ακύρωσή της. Υπήρχε, χαρακτηριστικά, η πιο κάτω σημαντική παράλειψη: Ενώ με τη συμφωνία της Βάρκιζας παραχωρούνταν αμνηστία στους αντάρτες του ΕΛΑΣ, δε λαμβάνετο πρόνοια για τα ποινικά αδικήματα που διαπράχθηκαν στην περίοδο των Δεκεμβριανών. Αυτή η παράλειψη θα έχει μοιραίες επιπτώσεις στις πολιτικές εξελίξεις στην Ελλάδα. Μετά την υπογραφή της Συνθήκης ξέσπασε η λεγόμενη Λευκή Τρομοκρατία και κύμα αντεκδικήσεων εναντίων των κομμουνιστών. Πάντως λόγω της συνθήκης το Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδας παρέμεινε νόμιμο κατά τη διάρκεια του Ελληνικού Εμφυλίου Πολέμου έως τις 27/12/1947.
    Η αμνηστία εξαιρούσε, όπως ήταν φυσικό, τις ποινικές εγκληματικές πράξεις που είχαν διαπραχθεί κατά την περίοδο της κατοχής εις βάρος αθώων Ελλήνων πολιτών, όπως βιασμούς ληστείες και δολοφονίες. Είναι αλήθεια ότι, όπως προαναφέρθηκε, σε ελάχιστες περιπτώσεις δημιουργήθηκαν και συμμορίες της δεξιάς στις οποίες εισχώρησαν και εγκληματίες του κοινού ποινικού δικαίου και οι οποίοι, με το πρόσχημα της αντεκδίκησης, τρομοκρατούσαν την ύπαιθρο. Αυτές οι ελάχιστες πράξεις βίας (σε σχέση με τα εγκλήματα της αριστεράς) έδωσαν το πρόσχημα στο ΚΚΕ να ισχυρισθεί ότι τα μέλη του διώκονται και γι’ αυτό αναγκάσθηκαν να καταφύγουν στα βουνά ξανά. Η αλήθεια είναι ότι η κυβέρνηση των Αθηνών με όση ισχύ είχε, κατεδίωξε εξ’ίσου όλες τις συμμορίες: δεξιές, αριστερές ή απλά εγκληματιών. Το γεγονός πως ο βαρύς οπλισμός του ΕΛΑΣ δεν παραδόθηκε μετά την συμφωνία της Βάρκιζας δείχνει ότι το ΚΚΕ ή τουλάχιστον κάποιοι ηγετικοί κύκλοι του είχαν συγκεκριμένο σχέδιο κατάληψης της εξουσίας με την δύναμη των όπλων.
    Σε μία προσπάθεια εσωτερικού ξεκαθαρίσματος λογαριασμών, το ΚΚΕ αποκήρυξε τον Άρη Βελουχιώτη, ο οποίος συνέχιζε τον ανταρτοπόλεμο παρά την συμφωνία της Βάρκιζας. Σύντομα οι κυβερνητικές δυνάμεις τον κυνήγησαν και τον σκότωσαν σε συμπλοκή.
    Το KKE άλλαξε σύντομα την πολιτική θέση του, όσο οι σχέσεις μεταξύ της Σοβιετικής Ένωσης και των δυτικών συμμάχων επιδεινωνόταν με την αρχή του ψυχρού πολέμου. Αν και ο Στάλιν δεν υποστήριξε ανοιχτά την προσπάθεια ένοπλης πάλης στην Ελλάδα, η ηγεσία του  KKE τον Φεβρουάριο του 1946 αποφάσισε, «αφού ζύγισε τους εσωτερικούς παράγοντες, και τη βαλκανική και διεθνή κατάσταση,» να προχωρήσει στην «οργάνωση ενός νέου ένοπλου αγώνα κατά του μοναρχοφασιστικού καθεστώτος». Το KKE μποϋκοτάρισε τις εκλογές του Μαρτίου του 1946, στις οποίες νίκησε η Ηνωμένη παράταξις Εθνικοφρόνων του Κωνσταντίνου Τσαλδάρη. Το Σεπτέμβριο ένα δημοψήφισμα αποφάσισε υπέρ της μοναρχίας και ο βασιλιάς Γεώργιος επέστρεψε στην Αθήνα.

Δεν υπάρχουν σχόλια: