Σταλινοφασισταριά των ταγμάτων του Μήτσου του Κουτσούμπα επιτέθηκαν σε οικογένειες προσφύγων από την Ουκρανία οι οποίοι πήγαν να καταθέσουν λουλούδια στο μνημείο του Σεβτσένκο στην Μάνδρα για την ημέρα μνήμης του Γολοντομόρ.
23-11-2024
Ο Μεγάλος Λιμός της Ουκρανίας (1932-1933) ή Χολoντομόρ (ουκρανικά: Голодомор) υπήρξε μία από τις μεγαλύτερες εθνικές καταστροφές στη σύγχρονη ιστορία της Ουκρανίας, που συνοδεύτηκε από το θάνατο εκατομμυρίων ανθρώπων. Ο λιμός επηρέασε και άλλες περιοχές της Σοβιετικής Ένωσης, ωστόσο εκδηλώθηκε με μεγαλύτερη ένταση και περισσότερα θύματα στην Ουκρανία και σε γειτονικές περιοχές της.
Η διετία 1932-1933 ονομάστηκε από τη Σοβιετική Ένωση ως «Αγροτική Μεταρρύθμιση». Το Κομμουνιστικό Κόμμα Σοβιετικής Ένωσης, που τότε είχε το όνομα Πανενωσιακό Κομμουνιστικό Κόμμα (Μπολσεβίκων), σε συνεργασία με τη διοίκηση της Ουκρανικής ΣΣΔ, με το πρόσχημα της κολεκτιβοποίησης, διέταξε να κατασχεθούν πρώτα όλα τα σιτηρά προϊόντα από τους αγρούς και τις αποθήκες και στη συνέχεια όλα τα μη σιτηρά προϊόντα και τα ζώα. Επιπλέον, απαγορεύτηκε η μετακίνηση του αγροτικού πληθυσμού στις πόλεις.
Στις 16 Σεπτεμβρίου 1932 εφαρμόστηκε ο νόμος του Στάλιν σχετικά με τα 5 κότσαλα καλαμπόκι. Τιμωρούνταν με θάνατο όσοι έπαιρναν έστω και μια χούφτα καλαμπόκι. Σύμφωνα με μια πηγή με τον νόμο αυτό 6000 εκτελέστηκαν και εκατοντάδες φυλακίσθηκαν.
Μια επιζήσασα του λιμού, η Νίνα Πόποβιτς, περιέγραψε τα γεγονότα:
«Ήταν τρομακτικά χρόνια. Οι μητέρες έκοβαν κομμάτια τα παιδιά τους, τα έριχναν σε κατσαρόλες να τα μαγειρέψουν και τα έτρωγαν. Η μητέρα μου πήγε σε ένα χωράφι, όπου υπήρχαν μερικά άλογα και έφερε πίσω το κεφάλι ενός αλόγου - άλλες πέντε γυναίκες έπεσαν πάνω του και άρχισαν να το δαγκώνουν. Ήταν φριχτό! Οι άνθρωποι πέθαιναν μέσα στον δρόμο, αν τους τρυπούσες, το αίμα τους ήταν σαν νερό. Θυμάμαι τα πάντα στο χωριό, όπως για παράδειγμα, τη στιγμή που έβγαλαν τους σταυρούς από τις εκκλησίες. Δύο μέλη της Κομσομόλ (Κομμουνιστικής Νεολαίας) έβγαλαν τους σταυρούς, τους έθαψαν δύο μέτρα κάτω από το έδαφος. Ηλικιωμένες γυναίκες πήγαιναν και φιλούσαν αυτό το κομμάτι γης. Μετά, γέμισαν την ξύλινη εκκλησία με άχυρα. Τη νύχτα, ποντίκια μπήκαν από τους τοίχους, αφήνοντας τρύπες, από τις οποίες οι γυναίκες γέμιζαν τους κουβάδες τους με άχυρο. Η Κομσομόλ πήρε τα άχυρα από την εκκλησία και μετά από αυτό ήταν άδεια. Πέθαναν τόσοι άνθρωποι στο χωριό, που αναγκάστηκαν να σταματήσουν να βάζουν σταυρούς στο νεκροταφείο. Το χειμώνα μια ηλικιωμένη πήρε έναν σταυρό από το νεκροταφείο για τον χρησιμοποιήσει για προσάναμμα στο σπίτι της, για να μην παγώσουν τα παιδιά της»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου