Τετάρτη 25 Απριλίου 2012

Ελληνική Ιστορία, εμφύλιος 15.

Θάνατος του Άρη

«Ούτε ψωμί ούτε νερό στό Μιζέρια.Ο Κλάρας, που είχε στρατιωτικές ικανότητες κατσαπλιαδισμού ίσως και παραπάνω, ήταν ένας άνθρωπος που μόνο να χαντακώσει το κόμμα μπορούσε. Καθόταν κι έτρεφε ψείρες, μεθούσε, έκανε όργια, δούλευε διαλυτικά και χαντάκωνε το κόμμα και τον ΕΛΑΣ.»
Ν. Ζαχαριάδης, γιά τόν Βελουχιώτη

Ο Aθανάσιος Κλάρας ή Άρης Βελουχιώτης, γεννημένος τό 1905 ατή Λαμία, έκανε τήν πρώτη του εμφάνιση τόν Ιούνιο του 1942, στή Δομνίτσα της Ρούμελης. Υπήρξε τολμηρός επαναστάτης και φανατικός κομμουνιστής. Υπηρέτησε την θητεία του εις το Πυροβολικό, όπου καθαιρέθηκε λόγω της προπαγανδιστικής του δραστηριότητας μέσα στή Μονάδα του. Μετά την άπόλυσίν του ήρθε στήν Αθήνα, όπου εργάστηκε στόν Ριζοσπάστη. Καταδικάστηκε 15 φορές τόσο γιά ποινικά αδικήματα (κλοπές, ψευδορκία, πλαστογραφία) όσο καί γιά τίς πολιτικές του πεποιθήσεις. Το 1939 υπέγραψε δήλωσιν μετανοίας (δηλωσίας), αποκήρυξε το Κ.Κ.Ε. και αποφυλακίσθηκε. Ισως η πράξις αυτή νά ήταν τό αίτιον της πρωτοφανούς σκληρότητας προς τούς συνανθρώπους του. Γιά τον Άρη ή ανθρώπινη ζωή δεν είχε ουδεμία αξία. Ουδέποτε τον συγκίνησε ή ανθρώπινη ζωή ή ο πόνος για αυτό βασάνιζε, και εκτελούσε μέ τά ίδια του τά χέρια πολλά από τά θύματά του. «Αν είναι νά γλιτώσει ένας ένοχος ας πάνε και εννιά αθώοι». Αυτό ήταν τό πιστεύω του, σύμφωνα μέ τόν Καπετάν Νικηφόρο («ΤΑ ΝΕΑ», 23/9/75). Αυτή η σκληρή του τακτική τόν έκανε αντιπαθή ακόμα καί στά όργανα του ΚΚΕ, αλλά ήταν απαραίτητος λόγω της στρατιωτικής του ικανότητας.
Από πολεμικής απόψεως πρώτος στόχος ήταν η εξουδετέρωση της «αντίδρασης» καί των «φασιστών». Οπότε ο «Δηλωσίας» αναλώθηκε σέ ένα άνευ προηγουμένου πόλεμο κατά όλων των υπολοίπων αντιστασιακών οργανώσεων, τίς οποίες εξουδετέρωσε μέ επιτυχία. Δευτερευούσης σημασίας ήταν ο πόλεμος μέ τούς Γερμανούς. Σκοτώνοντας μερικούς Γερμανούς, τούς παρατηρούσε έπειτα, νά ξεσπούν τήν εκδίκησή τους σέ ανυπεράσπιστα χωριά, μέ αποτέλεσμα κυρίως οι νεαροί καί αγράμματοι χωρικοί, νά τρέχουν νά σωθούν στά βουνά καί νά στρατολογούνται έτσι εθελοντικά ή βιαίως από τόν ΕΛΑΣ. Ενα παράδειγμα του τρόπου δράσης του, ήταν η εξόντωση της ομάδας Τζιβάρα- Άγουρίδη. Αφού τούς κάλεσε στό χωριό Μαυρολιθάρι προς δήθεν συνεργασία και συνεννόησιν, την νύκτα τούς κατένειμε σέ διάφορα σπίτια του χωριού. Τά μεσάνυκτα τούς συνέλαβε καί τό επόμενο πρωΐ, παρουσία των κατοίκων του χωρίου, τούς υποχρέωσε νά σκάψουν τούς τάφους των στο νεκροταφείο του χωριού. Στή συνέχεια τούς έδειραν μέχρις αίματος, τούς διεπόμπευσαν στούς κατοίκους του χωρίου, μέ τήν κατηγορία ότι ήταν φασίστες και όργανα των Ιταλών. Τέλος δε, τούς ακρωτηρίασαν μέχρι πού οι αιχμάλωτοι υπέκυψαν από τα φρικτά βασανιστήρια. Την σύζυγο του Τζιβάρα βασάνισε και εκτέλεσε ο ίδιος ο Άρης Βελουχιώτης με μαχαίρι.
Τους λιποτάκτες του ΕΛΑΣ τούς εξόντωνε τόσο αυτούς όσο καί τά μέλη της οικογενείας τους. Παράδειγμα οι δύο κόρες (12 και 13 ετών) του λιποτάκτη I.Κόρδα εκ Κοχλιών Ευρυτανίας τίς οποίες τίς έσφαξε τόν Αύγουστο του 1942. Τόν Οκτώβρη του ίδιου χρόνου, ο Άρης συνέλαβε τον πρώην αντάρτη του ΕΛΑΣ Πρόβιαν στο χωριό Τσούκα Φθιώτιδος. Κατ’ εντολή του τον έδεσαν σέ κορμό δέντρου και τον εκτέλεσαν μέ μεσαιωνικά βασανιστήρια. Αλλά παρίστανε καί τόν δικαστή, ο συμμορίτης. Τό Νοέμβριο του 1942 εκτέλεσε ο ίδιος στην πλατεία του χωρίου Καστριώτισσα Παρνασσίδος τον κτηνοτρόφο Νικ. Μασσαβέττα, απόγονο του Αθανάσιου Διάκου, εκ Μουσουνίτσης, μέ τήν κατηγορία της ζωοκλοπής.
Γιά τόν θάνατο του Άρη, παραθέτω αφήγηση του Ν. Μέρτζου:
Ο Βελουχιώτης, δεν είχε πάρει μέρος στα Δεκεμβριανά καί δέν συμφώνησε μέ τή συμφωνία της Βάρκιζας. Και όταν, ανεβαίνοντας από την Πελοπόννησο, γύρισε στη Ρούμελη, εξέφρασε στο Πολιτικό Γραφείο του ΚΚΕ τη διαφωνία του, μαζί με μια δήλωση που προκάλεσε σάλο στους παραλήπτες: Ότι αρνιόταν να γυρίσει στην «ομαλότητα» που υπόσχονταν η συμφωνία της Βάρκιζας. Θα παρέμενε στα βουνά, για να συνεχίσει τον αγώνα. Η ηγεσία του Κομμουνιστικού κόμματος, όπως και του ΕΑΜ, καταλήφθηκε από ανησυχία μέχρι πανικού από την απόφαση εκείνη του Άρη Βελουχιώτη. Οι ηγέτες του ΚΚΕ και του ΕΑΜ από τις πρώτες μέρες της ανταρσίας του Άρη Βελουχιώτη έκαναν απεγνωσμένες προσπάθειες να τον συγκρατήσουν.
Άλλωστε δεν ήταν ο μόνος αντάρτης κατά της Βάρκιζας που πλανιόταν, στα βουνά. Μετά τη διάλυση του ΕΛΑΣ, ο όγκος εκείνων που πίστευαν ότι τους ανέμενε σίγουρη εξόντωση, κατέφυγε στις γειτονικές χώρες και κυρίως στη Γιουγκοσλαβία. Μερικοί όμως καπεταναίοι, όπως ο Διαμαντής, ο Μπελής, ο Όθρυς, παρέμειναν και κρύβονταν στην ορεινή Ελλάδα. Η παρουσία αυτών των ανθρώπων, αποτελούσε σοβαρότατο πρόβλημα για την ηγεσία του ΚΚΕ και του ΕΑΜ. Αλλά αν της ήταν εύκολο να πειθαναγκάσει εκείνους τους φοβερούς μαχητές σε αδράνεια, ο Άρης Βελουχιώτης την ανησυχούσε. Γιατί αυτός δεν έδειχνε να κατέφυγε στα βουνά για να αποφύγει την εξόντωση, όπως λέγανε οι άλλοι. Ακολουθούσε τη διαμορφωμένη κοσμοθεωρία του για τη συνέχιση του αντάρτικου. Και αν αποφάσιζε να δράση σαλπίζοντας το προσκλητήριο του νέου ΕΛΑΣ θα μπορούσε να προκαλέσει τεράστια αναταραχή.
Μπροστά σ’ αυτό το φάσμα, η ηγεσία του ΚΚΕ προσπαθούσε να τον εξουδετέρωση με κάθε μέσο. Τότε έφθασε ο Νίκος Ζαχαριάδης από το Νταχάου με αγγλικό στρατιωτικό αεροπλάνο στην Αθήνα. Ο Άρης Βελουχιώτης τον περίμενε σαν Μεσσία που θα τον δικαίωνε. Έστελνε συνέχεια μηνύματα. Καμιά απάντηση. Οπότε, στις 12 Ιουνίου 1945, ο «Ριζοσπάστης» που κυκλοφορούσε, φυσικά, νόμιμα δημοσιεύει την ακόλουθη δήλωση του Ζαχαριάδη στην πρώτη σελίδα:
«Το ΚΚΕ καταγγέλλει ανοιχτά τον Άρη Βελουχιώτη. Ο σύντροφος Ζαχαριάδης μας ανακοίνωσε ότι η Κ.Ε. του Κ.Κ.Ε αφού συζήτησε πάνω σε εκθέσεις, που ήρθαν από διάφορες κομματικές οργανώσεις, αποφάσισε να καταγγείλει ανοιχτά την ύποπτη και τυχοδιωκτική δράση του Θανάση Κλάρα ή Μιζέρια. Ο Βελουχιώτης κι ύστερα από τη σύναψη της συμφωνίας της Βάρκιζας συνέχισε τη δράση του. Η δράση αυτή, που μονάχα την αντίδραση μπορούσε να εξυπηρετήσει γιατί της έδινε όπλα για να κτυπά το ΚΚΕ, να παραβιάζει τη συμφωνία της Βάρκιζας και να δικαιολογεί τα εγκλήματά της, δεν επιτρέπει πια καμιά καθυστέρηση για την ανοιχτή καταγγελία του Άρη Βελουχιώτη…».
ΜΙΑ ΣΦΑΙΡΑ ΑΠΟ ΤΟΝ «ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗ»
Στην Πίνδο ο Άρης Βελουχιώτης έχει κυκλωθεί στενά από τον Στρατό. Αποφάσισε να διασπάσει τον κλοιό. Μετά μια σειρά ελιγμών όμως, και αφού έπεσε σε παγίδα, που οφείλονταν προφανώς σε προδοσία ενός στελέχους του ΚΚΕ, το οποίο έκανε τον οδηγό, στις 15 Ιουνίου βρέθηκε κυκλωμένος στη Μεσάντα, κοντά στην όχθη του Αχελώου ποταμού, όχι μακριά από τη γέφυρα του Κοράκου. Αλλά τότε, το απόγευμα, οι ανήσυχοι αντάρτες είδαν να τρέχουν προς αυτούς μέσα από τα έλατα δύο άνδρες. Ήταν τσελιγκάδες, πατέρας και γιος. Ο πατέρας ήταν παλιός ΕΑΜίτης. Ο γιος ήταν πρώην «ανθυπολοχαγός» του ΕΛΑΣ, βγαλμένος από τη σχολή της Ρεντίνας. – Ολόγυρά σας είναι στρατός, τους είπαν. Αλλά εμείς, που ξέρουμε τα μέρη βήμα προς βήμα, αναλαμβάνουμε να σας βγάλουμε. Ανακουφίστηκαν οι άνδρες και ο Άρης κατέστρωσε αποφασιστικά το σχέδιό του. Το σώμα θα χωρίζονταν σε δυο μέρη. Ο κύριος όγκος – 70 άνδρες – με επί κεφαλής τον Πελοπίδα, θα χτυπούσε προς τα Βορειοδυτικά. Οι υπόλοιποι με τον Άρη θα χτυπούσαν προς τα Νότια και θα περνούσαν τον ποταμό Αχελώο. Τα δύο τμήματα θα συνενωθούν κατόπιν σε ορισμένη τοποθεσία. Όλα τακτοποιήθηκαν με ταχύτητα και κατά τις 5 ήταν έτοιμοι για την εξόρμηση, με την υπόκρουση των αραιών πυροβολισμών του αντιπάλου, που όλο και πλησίαζε. Τότε ο γιος τσέλιγκας πήρε παράμερα τον Άρη, και με ύφος διστακτικό, στενοχωρημένος του είπε:
– Αρχηγέ, κάτι θέλω να σου δείξω να το ‘χεις υπόψη. Δεν μπορεί να μη το μάθεις.
- Λέγε τι τρέχει;
- Να, διάβασε εδώ…
Και του ‘δωσε ένα φύλλο του «Ριζοσπάστη» της 12 Ιουνίου, όπου στην πρώτη σελίδα δημοσιεύονταν η αποκήρυξη του Βελουχιώτη από τον Ζαχαριάδη. Διάβασε εκείνος και για μια στιγμή κλονίστηκε. Ύστερα έμεινε σκεφτικός και σιωπηλός, αρκετή ώρα. Ασφαλώς το χτύπημα ήταν συντριπτικό, βλέποντας ότι ο άνθρωπος τον οποίο περίμενε σαν Μεσσία, όχι μόνο τον είχε και αυτός απαρνηθεί, αλλά εξακόντισε εναντίον του τον κεραυνό του αναθέματος. Θα ένιωθε πως ήταν πια χαμένος και η απελπισία για πρώτη φορά λύγισε τον χαλύβδινο πολεμιστή. Το πλήγμα ήταν θανάσιμο. Ως τόσο γρήγορα έδειξε πως συνέρχεται. Χωρίς να εξηγήσει στους συντρόφους του τι συμβαίνει, διέταξε την εκτέλεση της επιχείρησης, η οποία πέτυχε. Οι δυο τσελιγκάδες ήταν θαυμάσιοι οδηγοί. Και ενώ ο κύριος όγκος του σώματος με τον Πελοπίδα ξέφυγε μαχόμενος προς Βορρά, ο Άρης με τους 20 μπόρεσε να περάσει τον Αχελώο κοντά στη γέφυρα του Κοράκου.
Αφού ο Άρης πέρασε με τους 20 συντρόφους του τον Αχελώο, αντί να συνεχίσει τη φυγή του, τώρα που διέσπασε τον εχθρικό κλοιό, θέλησε ξαφνικά να γυρίσει πίσω, ξαναπερνώντας το ποτάμι. Ποια δύναμη τον παρόρμησε να κάνη εκείνη την κίνηση, που τον ξανάφερε στο στόμα του λύκου, μέσα στον κλοιό; Στους συντρόφους του, που απόρησαν και ανησύχησαν, εξήγησε ότι έπρεπε να κατευθυνθούν ολοταχώς για τη Ρούμελη. Γιατί μόνο εκεί θα βρίσκονταν σε ασφάλεια. Οπωσδήποτε εκείνοι υπήκουσαν. Και βρέθηκαν πάλι πίσω. Ήταν πρωί της 16 Ιουνίου. Και κει κοντά στην όχθη έγινε ανασύνταξη της μικρής ομάδας, για να διαπιστωθεί ότι ένας από τους συντρόφους τους, από τους πρωτοπόρους αντάρτες, ο Λαμιώτης Δημοσθένης Ζαγκλάρας είχε πνιγεί στο δεύτερο πέρασμα. Ο Άρης ήταν αμίλητος, βαρύς, ανέκφραστος. Οι άλλοι, που δεν ξέραν το συντριπτικό πλήγμα που είχε δεχθεί, πρόσεξαν την κατάστασή του αλλά δεν υποπτεύονταν το βάθος της. Και τότε η τραγωδία έφθασε στο αποκορύφωμά της. Ο καπετάν Θωμάς στο σημείο αυτό παραθέτει την προσωπική περιγραφή του καπετάν Θάνου, που αποτελεί τον σπαρακτικό επικήδειο του Άρη:
«Ένας ξερός κρότος περιστρόφου τάραξε σε λίγο την ησυχία που είχε επικρατήσει, καθώς είχε κοπάσει η μάχη. Αλαφιάζονται οι αντάρτες, που βρίσκονται κοντά του, καθώς είχε για λίγο αναμερίσει ο Άρης από δίπλα τους. Τρέχει ο Τζαβέλλας να δει τι είχε γίνει. Ο Άρης είχε φυτέψει στο δεξιό του κρόταφο μια σφαίρα από το περίφημο «Κολτ» περίστροφο, που πάντα έσερνε μαζί του. Μια και σε τόσες και τόσες μάχες που είχε δώσει, δεν είχε πιάσει γι’ αυτόν η ευχή που έδιναν συναμεταξύ τους οι αντάρτες όταν ξεκινούσαν γι’ αυτές: «Καλό βόλι, συναγωνιστή», μια και κάτω δηλαδή να πάρει ο Χάρος, έκανε την ευχή αυτή πράξη ο ίδιος για τον εαυτό του.
- Ο Αρχηγός! Σκοτώθηκε ο Αρχηγός, ξεφωνίζει ο καπετάν Τζαβέλλας, γυρνώντας στους άλλους. Γυρνούν κι αυτοί και βλέπουν… Από το μέτωπο του Άρη κυλάει μια μικρή αυλακιά καθάριο άλικο αίμα καθώς το κορμί είναι πεσμένο χάμω. Βουβοί όλοι κοιτούν με μάτια σαστισμένα που αρχίζουν να βουρκώνουν. Τους τόλεγε πριν μια βδομάδα πως θα τίναζε τα μυαλά του στον αέρα, έτσι που έρχονταν τα πράγματα, μόλις θα τους περνούσε προς τη Ρούμελη απ’ όπου και τους είχε παραλάβει. Αλλά πως να το πιστεύανε. Αμίλητοι τώρα, βλέπουν και πάλι, πως ό,τι έλεγε το έκανε κιόλας. Ο Τζαβέλλας μόνο κόβει τη φρικτή σιωπή.
«- Τι καθόμαστε τώρα και τον κοιτάμε σα χαζοί, βουβοί! Μια και την παράτησε ο Αρχηγός, τι να την κάνουμε κι εμείς τη ζωή! Μαζί κι εμείς στον τάφο, όπως και στη ζωή.
«Ο Λέων δε συμφωνεί. Μήτε όμως κι εμείς οι άλλοι, μήτε κι εγώ, μήτε κι ο γέρο – Έκτορας συμφωνούσε:
«- Μα γιατί; Δεν καταλαβαίνω γιατί να σκοτωθούμε, μια κι έχουμε ξεφύγει τον κίνδυνο. Κι αφού μπορούμε να σωθούμε, γιατί να σκοτωθούμε…
«- Κανένας μας δεν βγήκε με το ζόρι στο βουνό, κανένας δεν είναι και υποχρεωμένος να πάει μόνος του στον τάφο. Γεια και χαρά σας, συναγωνιστές! – μας κόβει ο Τζαβέλλας.
«Και πριν καν προλάβουμε οι άλλοι να καταλάβουμε τι πάει να κάνει, καθώς αναμετράει προς τον νεκρό τον Άρη, ανασέρνει ο Τζαβέλλας την αγγλική χειροβομβίδα «Μιλς» που είχε κρεμασμένη στο ζωστήρα, την απιθώνει χουφτιασμένη πάνω στο στήθος του, δαγκώνει γερά τον κρίκο της και δυνατά με τα γερά του δόντια τον τραβάει…»

Δεν υπάρχουν σχόλια: