Παρασκευή 27 Απριλίου 2012

Ελληνική Ιστορία, εμφύλιος 17

Φωτιά καί Τσεκούρι(1)

«Υπάρχει ένα βαθύ ποτάμι πού χωρίζει τίς δύο ιδεολογίες. Αυτό τό ποτάμι πρέπει νά κοκκινήσει από αίμα γιά νά επικρατήσει μία από τίς δύο ιδεολογίες.»
Άρης Βελουχιώτης

Στίς 15 Δεκεμβρίου 1945, στό Πετρίτσι της Βουλγαρίας, έγινε μια σύσκεψη της Κεντρικής Επιτροπής του Κ.Κ.Ε. μέ Γιουγκοσλάβους και Βούλγαρους αξιωματικούς. Εκεί ελήφθη η απόφαση να αναδιοργανωθούν οι Έλληνες αντάρτες σε σώμα που θα ονομαζόταν «Δημοκρατικός Στρατός», γιά νά αγωνισθούν γιά τήν ανατροπή του «φασισμού» στήν Ελλάδα. Οι Γιουγκοσλάβοι καί οι Βούλγαροι σύντροφοι υποσχέθηκαν υλική καί ηθική βοήθεια. Κέντρα ανεφοδιασμού δημιουργήθηκαν στίς δύο χώρες του «Σιδηρού Παραπετάσματος», και ένα μεγάλο στρατόπεδο στο Μπούλκες, όπου ήδη εφιλοξενούντο μερικές χιλιάδες ανταρτών, παρεχωρήθη για την εκπαίδευση του «Δημοκρατικού Στρατού».

Η ημερομηνία της πραγματικής αρχής των επιχειρήσεων είναι η 31η Μαρτίου 1946, δηλαδή η ημέρα της επιθέσεως στό Λιτόχωρο. Ακολούθησαν καί άλλες παρόμοιες επιθέσεις σέ απομονωμένους σταθμούς χωροφυλακής. Η τακτική ήταν παντού η ίδια: σύγχρονη επίθεση, κατά μικρές ομάδες, από διάφορες κατευθύνσεις. Συντονισμένη προσπάθεια εναντίον του Σταθμού Χωροφυλακής και εξολόθρευση των ανδρών του. Σφαγή ή και ακρωτηριασμός του επικεφαλής, αν συνελαμβάνετο. Εκτέλεση μερικών πολιτών, γνωστών ως παραγόντων της Δεξιάς. Ταχεία απομάκρυνση με αρπαγή τροφίμων καί βίαιη στρατολόγηση νέων. Στις 14 Σεπτεμβρίου, έγινε επίθεση κατά του χωριού Αλιάκμων, στίς 19 κατά της Πυρσόγιαννης, πολύ κοντά στα αλβανικά σύνορα, όπου ο διοικητής του Σταθμού Χωροφυλακής, ο υπομοίραρχος Κούρκουλας -επονομαζόμενος «το Λιοντάρι»- εσφάγη έπειτα από τρομερή άμυνα. Ακολούθησε εισβολή στά Σούρμενα, κοντά στα γιουγκοσλαβικά σύνορα καί στήν κωμόπολη Δεσκάτη, όπου έλαβαν μέρος ο καπετάν Υψηλάντης, η ληστοσυμμορία του Ζαραλή και μια συμμορία Αλβανών. Η κωμόπολη υπέστη επίθεση την αυγή από διάφορες κατευθύνσεις. Την υπερασπίζονταν οι χωροφύλακές της και ένας ασθενής λόχος του Στρατού. Η σύγκρουση διήρκεσε έως τις 9 το βράδυ, όταν η φρουρά της κωμοπόλεως, αντιλαμβανόμενη ότι κινδύνευε να εκμηδενισθή, αντεπετέθη, διέσπασε τον κλοιό, και απεσύρθη στα γύρω υψώματα. Η φρουρά άφηνε επί τόπου, εκτός από πολλούς αγνοούμενους και τραυματίες, 47 νεκρούς. Μεταξύ αυτών υπήρχαν δύο αξιωματικοί, που τα σώματά τους ανευρέθησαν αργότερα ακρωτηριασμένα. Τόν Οκτώβρη ακολούθησε επίθεση κατά της Νάουσας. Αλλά εκείνη η νύκτα δεν υπήρξε τόσο τυχερή για τους αντάρτες, όπως η νύκτα της Δεσκάτης. Ο Σταθμός Χωροφυλακής, ισχυρότερος του συνήθους, αμύνθηκε αποτελεσματικά, και ο κυκλωμένος λόχος κατόρθωσε να διασπάσει τον εχθρικό κλοιό και να επιδείξει απρόβλεπτη μαχητικότητα. Τις πρώτες πρωινές ώρες της 2ας Οκτωβρίου, ενώ ο λόχος έμπαινε στη Νάουσα, οι χωροφύλακες έβγαιναν από το Σταθμό τους και αντεπετίθεντο. Μετά από μερικές οδομαχίες, οι αντάρτες υποχώρησαν ατάκτως.
Το καλοκαίρι του 1946, ο Μάρκος πήρε εντολή, να βγει στο βουνό να συγκροτήσει κανονικό παρτιζάνικο στρατό καί τό Σεπτέμβρη, τή μέρα του Δημοψηφίσματος για τον Βασιλέα, βρισκόταν στο Βελιγράδι, γιά να συντονίσει τή βοήθεια από τόν Τίτο. Ο Μάρκος Βαφειάδης είχε γεννηθεί στη Μικρά Ασία το 1906, καί τό 1923 κατέφυγε στην Κωνσταντινούπολη και έπειτα στη Θεσσαλονίκη. Στην Κατοχή, ήταν Πολιτικός Επίτροπος του ΕΛΑΣ Μακεδονίας, αλλά του άρεσαν ιδιαιτέρως τα στρατιωτικά θέματα. Σε υπόμνημά του προς τον Στάλιν, τον Σεπτέμβριο του 1946, το Κ.Κ.Ε. ανήγγειλε ότι διέθετε 4.000 αντάρτες που σύντομα θά έφταναν τον αριθμό των 20.000.
Στήν αντιπέρα όχθη, η κυβέρνηση έκανε δημοψήφισμα γιά τόν Βασιλιά, καί στίς 27 Σεπτεμβρίου, ο Γεώργιος ο Β’ επέστρεφε στην Ελλάδα. Ο λαός κουρασμένος από τά μαρτύρια των προηγούμενων ετών, μέ συντριπτική πλειοψηφία στήριζε την επιστροφή του Γεωργίου. Ήλπιζε ότι όλες αυτές οι επιθέσεις ήταν ανοργάνωτες καί γινόνταν από συμμορίες μέ σκοπό τήν αρπαγή καί τή ληστεία. Ετσι αυτός ο πόλεμος θά ονομάζονταν Συμμοριτοπόλεμος, μία ονομασία πού θά τήν διατηρούσε μέχρι τήν δεκαετία του 1980.
Μία άλλη συνέπεια αυτής της τακτικής των τότε διεθνιστών της Αριστεράς, ήταν η αποτυχία των εθνικών μας διεκδικήσεων. Ο πραιώνιος πόθος τους Γένους μας γιά ενσωμάτωση Βορείου Ηπείρου καί Κύπρου θά έμενε χωρίς δικαίωση. Μία Ελλάδα ταπεινωμένη στή δίνη του εμφυλίου πολέμου ήταν ανίκανη νά επιβάλλει τό Δίκαιό της.

Δεν υπάρχουν σχόλια: