Χρειάστηκε να υπάρξει η εμφάνιση το 2002 ενός σχεδίου λύσης (στα μέτρα της Τουρκίας) που να έχει προέλθει από τον ΟΗΕ για να προωθήσει τώρα η Τουρκία την αναφορά της, για «εκλιπούσα» Κυπριακή Δημοκρατία. Οι συνομιλίες που ακολούθησαν από το 1977, με τη βοήθεια του ΟΗΕ, για επίλυση του διεθνούς προβλήματος από τη στρατιωτική τουρκική εισβολή, κατοχή και εποικισμό σε βάρος της Κυπριακής Δημοκρατίας, κράτους μέλους του ΟΗΕ, οδήγησαν τον Νιόβρη του 2002 (αφού προηγουμένως υπήρξε η ανακήρυξη του ψευδοκράτους και σειρά ουσιωδών υποχωρήσεων της δικής μας πλευράς), στην υποβολή του σχεδίου λύσης, γνωστού από το όνομα του τότε Γενικού Γραμματέα, Κόφι Ανάν.
 
Τούτο, περιελάμβανε ασάφειες και κενά, που θεωρήθηκαν ως δήθεν «εποικοδομητικό» στοιχείο. Υποβλήθηκε όχι τυχαία, λίγο πριν από τη σύνοδο της Κοπεγχάγης (Δεκέμβρης 2002) στην οποία θα αποφασίζετο η ένταξη της Κυπριακής Δημοκρατίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Αίτηση για ένταξη η οποία τελικά έγινε δεκτή, χωρίς ευτυχώς να έχει υπογραφεί προηγουμένως η λύση του Κυπριακού προβλήματος, ως την προέβλεψε το σχέδιο τούτο.
 
Ήταν η πρώτη φορά που υπήρξε ένα ολοκληρωμένο σχέδιο για επίλυση, το οποίο προβλήθηκε ως ένα μεγάλο επίτευγμα των «ενδοκυπριακών συνομιλιών». Ένα σχέδιο λύσης που με ομολογία του ιδίου του Γενικού Γραμματέα του ΟΗΕ, απαιτείτο να υπάρξουν βελτιώσεις με περαιτέρω συνομιλίες, που τελικά όμως δεν επήλθαν. Έτσι με πολλές πιέσεις από πολλούς (των κ.κ. Σημίτη και Παπανδρέου μη εξαιρουμένων), οδήγησαν στο Δημοψήφισμα του Απρίλη το 2004. Τούτο παρά τα προφανή προβλήματα ουσίας στη λειτουργικότητα και στη δυνατότητά του να έχει διάρκεια. Άλλωστε, το κύριο και βασικό πρόβλημα «λύσης» με βάση το Σχέδιο Ανάν, δεν είναι οι επιμέρους διατάξεις του, αλλά η ίδια η φιλοσοφία του.
 
Η όλη δομή και φιλοσοφία των προβλέψεων του, περιφρονούσε βασικούς κανόνες διεθνούς νομιμότητας, οι οποίες έγιναν αντιληπτές από το λαό με βάση το περί δικαίου αίσθημα. Ήταν συγκεκριμένες οι αδυναμίες στη δυνατότητα λειτουργίας των θεσμικών Οργάνων, που δεν θα επέτρεπαν τη βιωσιμότητα ή την αντοχή στον χρόνο του νέου πολιτειακού μορφώματος. Πρόσθετα, έγιναν αντιληπτές οι απαράδεκτες προβλέψεις για παραβίαση θεμελιωδών ανθρωπίνων δικαιωμάτων και αρχών δημοκρατίας. Ήταν, και έτσι το αντίκρισε η συντριπτική πλειοψηφία των Ελληνοκυπρίων με το υπέροχο ΟΧΙ του Δημοψηφίσματος, μια συγκαλυμμένη προσπάθεια για να επέλθει μια λύση, η οποία θα αποτελούσε απλώς νομιμοποίηση της ένοπλης βίας με υποταγή σε ανελεύθερους όρους. Μια συμφωνία λύσης ως οι επιθυμίες και επιδιώξεις της Τουρκίας, ώστε να μπορεί να αξιοποιήσει τα κενά και τις αοριστίες, ως η δική της ανάλογη και γνωστή μέθοδος που εφάρμοσε στην Ίμβρο και την Τένεδο, όπου φρόντισε να παραβιάζει συστηματικά τις διεθνείς συνθήκες που υπέγραψε. Άλλωστε υπολόγιζε πάντα, στη δική μας διαχρονική υποχωρητικότητα και στα διαδοχικά σφάλματα πολιτικής μας.
Δώδεκα τώρα χρόνια μετά το Δημοψήφισμα και παρά την πλήρη έκτοτε ένταξη μας ως ένα εκ των Κρατών μελών της Ε.Ε., δεν έχουμε συνειδητοποιήσει ότι, οι όποιες συνομιλίες με βάση και πάλιν το σχέδιο Ανάν, δεν οδηγούν παρά μόνο σε λύση που εξυπηρετεί τις μεθοδεύσεις και τους στόχους της Τουρκίας, σε βάρος της Κύπρου. Αντί να διεκδικήσουμε την απελευθέρωση της κατεχόμενης Ευρωπαϊκής γης της Κυπριακής Δημοκρατίας και την υπαγωγή του τρόπου διακυβέρνησης του τόπου στις ίδιες κοινές αρχές κοινοτικού δικαίου, που ρυθμίζουν τη ζωή τόσων εκατομμυρίων πολιτών της Ε.Ε., βυθιζόμαστε όλο και περισσότερο σε μια φιλοσοφία λύσης και συγκλίσεων, που οδηγούν στην καταστροφή.
Ο λαός το 2004, με το Δημοψήφισμα, έδωσε σαφή και δεσμευτική εντολή: απέρριψε λύση - ως η φιλοσοφία του Σχεδίου Ανάν. Η εντολή αυτή πέραν από τον απαιτούμενο σεβασμό, επιβάλλει ως καθήκον την προώθηση ενός δίκαιου αντικατοχικού αγώνα και διεκδίκησης. Στόχος η εξασφάλιση μιας αξιοπρεπούς λύσης, που θα διασφαλίζει τη συνέχιση της Κυπριακής Δημοκρατίας, αλλά και την πλήρη εφαρμογή του κοινοτικού κεκτημένου και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων σ' όλη την έκταση του ευρωπαϊκού εδάφους της Κυπριακής επικράτειας. Έστω και τώρα, ας εγκαταλείψουμε τις ψευδαισθήσεις και ας συνειδητοποιήσουμε ότι, η λύση τότε μόνο θα είναι δικαία, εάν δικαιωθούν η Κερύνεια και όλη η κατεχόμενη γη και οι εκτοπισμένοι μας. Μια λύση τύπου Ανάν, ως εκ της φιλοσοφίας της, θα είναι άδικη και θα οδηγεί σε συνεχή αδιέξοδα, που θα οδηγούν σε σύγκρουση και διάσπαση, με αποτέλεσμα να καταστεί η Τουρκία ο επικυρίαρχος.
 
*Ο Ανδρέας Σ. Αγγελίδης είναι Δικηγόρος.